Ο όρος “διαδικασία” στην γλώσσα μας δηλώνει μετάβαση από το ένα στάδιο στο επόμενο στάδιο, από μια αφετηρία σε ένα στόχο, σε ένα σκοπό. Από την διαδικασία της μετάβασης στην εργασία μας από το σπίτι, από τις διαδικασίες της εκπαίδευσης και μέχρι όλες σχεδόν τις δραστηριότητές μας, όλα γίνονται μέσα από διαδικασίες, δηλαδή θέτουμε ένα στόχο, απλό ή σύνθετο και, ακολουθώντας την κοινή λογική φτάνουμε σε βάθος χρόνου στον τελικό μας σκοπό.
Ωστόσο, ενώ αυτό είναι καθημερινή πρακτική μας, όταν ερχόμαστε στα θέματα της πίστης και των αιώνιων συνεπειών που αυτή μπορεί να έχει, εκεί περνάμε επιφανειακά, δίχως αναγνώριση της αξίας των πραγμάτων αυτών, και το αποτέλεσμα είναι φυσικά να χάνουμε τον στόχο ή τουλάχιστον την επιθυμία μας για την συμμετοχή μας στην ανάσταση, αλλά και στην ελευθερία της καθημερινότητας από τα λάθη και τις “αμαρτίες” μας.
Για τον λόγο αυτό η διδασκαλία του Χριστού είναι ακριβής, και καθένας καλείται να μάθει το δικό του προσωπικό μάθημα και τις δικές του αφετηρίες και διαδικασίες για την κατάκτηση του στόχου του. Αυτό σημαίνει επίγνωση της διδασκαλίας του Χριστού – (όχι ό, τι μας έκανε εντύπωση όταν είμασταν παιδιά) – και ώριμη παρακολούθηση της προσωπικής μας εξέλιξης μέσα από τις διαδικασίες που ο ίδιος ο Χριστός έθεσε, με σοβαρότητα και προσωπική υπευθυνότητα.
Ο ίδιος αποσαφηνίζει: γίνετε μαθητές, με σημειώσεις και ασκήσεις, κρατώντας ως βάση και αφετηρία την δική μου διδασκαλία και τους δικούς μου κανόνες. Αυτή είναι η βάση- η επίγνωση της διδασκαλίας του ίδιου το Χριστού – και ακόμη είναι η βάση για την ανίχνευση των διαδικασιών, των εξελικτικών διαδικασιών, που συνεισφέρουν στην προσωπική μας ζωή, την βελτιωμένη καθημερινότητα αλλά και την προοπτική της αιωνιότητας.