Είναι προφανές ότι όλοι λειτουργούμε με βάση την ύπαρξη περισσευμάτων στην καθημερινότητά μας. Από τις τροφές μέχρι την ενέργεια, πάντα όλοι αποθηκεύουμε κάτι παραπάνω – ή πολύ παραπάνω, προκειμένου να χρησιμοποιηθεί αργότερα στις ανάγκες μας, πραγματικές ή ακόμη και υποψήφιες κατά τον νόμο των πιθανοτήτων! Και φυσικά αυτό είναι υγιές, εφόσον βέβαια δεν γίνεται εμπόδιο και όχι εφόδιο της καθημερινότητας. Άλλωστε, ο ίδιος ο δημιουργός έχει προβλέψει μεγάλη αφθονία σε όλα τα πράγματα πάνω στη γη, από το νερό μέχρι τον αέρα και τις τροφές.
Αυτός είναι ο ορισμός της καλής αντίληψης της ζωής, μιας ζωής που δεν τρέχει αλόγιστα, αλλά παρακρατεί και για το μέλλον. Και ενώ αυτή είναι η εμπειρία όλων των ανθρώπων επί της γης διαχρονικά, δεν ισχύει το ίδιο και για τις απόψεις μας στα θέματα της παραγωγικής πίστης, της πίστης δηλαδή που εκτός από τις ανθρώπινες δυνάμεις, ενεργοποιεί και τις μη ορατές δυνάμεις που έχει στην διάθεσή μας ο δημιουργός, προκειμένου, όχι μόνον η επιβίωση στην καθημερινότητα να είναι εφικτή, αλλά παράλληλα να καλλιεργείται και η δύναμη της αναστάσεως, δηλαδή η προοπτική της αιωνιότητας.
Και φυσικά, στους δικούς μας καιρούς, όλοι γνωρίζουμε ότι οι μη ορατές δυνάμεις είναι πιο αποτελεσματικές από τις ορατές, γεγονός που είναι κατανοητό από το γεγονός ότι τις αξιοποιούμε και τις εφαρμόζουμε όλοι στις διαδικτυακές μας επαφές με τα wi-fi, τα cordless, και δεκάδες άλλες εφαρμογές που χρησιμοποιούμε όλοι στην απλή καθημερινότητα.
Αυτός ακριβώς είναι ο λόγος που ο ίδιος ο Χριστός πριν χιλιάδες χρόνια, τόνισε την αξία και την χρησιμότητα των μη ορατών δυνάμεων, όχι μόνον υπονοώντας τις φυσικές μη ορατές δυνάμεις, αλλά και τις επέκεινα του ορατού φάσματος της καθημερινότητας, ατενίζοντας όχι μόνον το παρόν και το εγγύς μέλλον, αλλά και το απώτερο και αιώνιο παρόν.
Αυτός είναι και ο λόγος που τόσο ο ίδιος ο Χριστός όσο και οι μαθητές του αργότερα, τόνισαν την ανάγκη της ύπαρξης αποθεμάτων πίστης και εφεδρειών δυνάμεων για μελλοντική χρήση, όταν θα προκύψει, δηλαδή, κάποια έκτακτη ανάγκη. Μάλιστα στην παραβολή των δέκα παρθένων, όχι απλά στοχοποίησε, ανέδειξε, και ανέλυσε αυτή την αναγκαιότητα, αλλά και υπέδειξε το αδιέξοδο σε περίπτωση άγνοιας των πιθανών κινδύνων του προσωπικού μας μέλλοντος.
Διότι, αν και η αγάπη των πέντε μωρών παρθένων ήταν αδιαμφισβήτητη, ωστόσο, αυτό δεν ήταν ικανό να κάμψει το φρόνημα του κριτή, ο οποίος δεν απαιτούσε μόνον αγάπη και αισθηματικό ενδιαφέρον εκ μέρους των προσκεκλημένων, αλλά απαιτούσε και μια πρακτική καθημερινότητα με περισσεύματα σε κάθε τομέα της ζωής.
Και τούτο γιατί τα περισσεύματα πίστεως και έργων σωφροσύνης αποδεικνύουν, από την μια την έμπρακτη αγάπη και αφομοίωση της διδασκαλίας του Χριστού, αλλά από την άλλη, και την αναζήτηση του δημιουργού. Άρα, και η γνώση μας για τον ίδιο κινείται μέσα στα πλαίσια των προσωπικών μας αναγκών για την προοπτική της αιωνιότητας.