Ένας νέος πλησιάζει τον Χριστό και τον ρωτά τι να κάνει για να κληρονομήσει αιώνια ζωή. Είναι πλούσιος, έχει κληρονομήσει κτήματα πολλά, είναι ευσεβής και πλησιάζει γονατιστός τον Χριστό, αλλά δεν έχει αντιληφθεί ότι δεν κληρονομούνται τα πάντα. Μπορεί να έχει κληρονομήσει ακίνητες περιουσίες και κινητές αξίες, μπορεί να έχει κληρονομήσει οικογενειακές αρετές, μπορεί να πηγαίνει τακτικά στην Συναγωγή του, αλλά ξέρει ότι κάτι του λείπει και αυτό δεν είναι ο Μωσαϊκός Νόμος τον οποίο γνωρίζει καλά και τηρεί ανέκαθεν. Αυτό που του λείπει ξέρει ότι δεν είναι ανάμεσα σε όσα έχει ήδη κληρονομήσει ή έχει ήδη κατακτήσει. Διαισθάνεται ότι το μυστικό το κατέχει μόνο ο Χριστός και σπεύδει σε αναζήτηση απάντησης στα ερωτήματά του. Όμως η απάντηση του Δασκάλου μακράν απέχει από την μέχρι τότε κληρονομιά του. Του ζητά να αφήσει τις περιουσίες στους φτωχούς και να ακολουθήσει τον Χριστό, όχι ξυπόλυτος, αλλά σηκώνοντας στον σταυρό του. Και ο νέος φεύγει απογοητευμένος γιατί κάθε σκέψη που περιλαμβάνει απώλεια περιουσίας και κοινωνικής καταξίωσης, είναι πέραν των δυνάμεών του. Ξαφνικά τα εφόδια που κληρονόμησε από τους γονείς του, περιουσίες και αρετές, δεν είναι πλέον εφόδια αλλά γίνονται εμπόδια στον δρόμο που του συνιστά ο Χριστός για να ανακαλύψει όσα αναζητά η ψυχή του.