Το διπλώνω σημαίνει γυρίζω κάτι γύρω από τον εαυτό του, μειώνω το μέγεθός του με ότι αυτό συνεπάγεται ως προς την εικόνα και το περιεχόμενό του. Αντίθετη είναι η έννοια του ξεδιπλώνω, δηλαδή ανοίγω κάτι, επαναφέρω το αρχικό μέγεθός του, με ότι αυτό συνεπάγεται ως προς την εμφάνιση του περιεχομένου του. Συνήθως το διπλώνω αναφέρεται σε επίπεδες επιφάνειες χαρτιού, παλαιότερα περγαμηνής ή ακόμη και σε επιφάνειες άλλων υλικών (υφασμάτων κλπ). Σε κάθε περίπτωση ξεδιπλώνω σημαίνει αποκαλύπτω κάτι σταδιακά μέχρι να φτάσω στην επιθυμητή απόσταση της προσέγγισης του ζητουμένου. Με αυτή την έννοια ξεδιπλώνουμε τα μυστικά της φύσης μέσω της παρατήρησης των μικροσκοπίων ή τα μυστικά του σύμπαντος μέσω της παρατήρησης των τηλεσκοπίων. Με τον ίδιο τρόπο ξεδιπλώνουμε, ερευνούμε, αποκαλύπτουμε, ανακαλύπτουμε, στοιχειοθετούμε τις αλήθειες στην καθημερινότητά μας και σχεδόν χωρίς αυτή την διαδικασία της αποκάλυψης μέσω του ανοίγματος και της προσέγγισης των πραγμάτων, δεν υπάρχει καμιά πρόοδος, όχι μόνον στην επιστήμη αλλά και στην καθημερινή λειτουργία της ζωής μας. Το ξεδίπλωμα, η αποκάλυψη και η προσωπική ανακάλυψη της αλήθειας του ζωντανού θεού, είναι η βασική αρχή λειτουργίας της ζωντανής πίστης.