Η καθημερινή – αλλά όχι αποκλειστική – απασχόλησή μας με τον πόλεμο, αναζητώντας, βεβαίως, τις αιτίες και τους δρόμους μέσα από τους οποίους θα λήξει ένας πόλεμος και θα επιστρέψουμε στην ειρήνη, είναι ένα παγκόσμιο φαινόμενο, το οποίο δεν αφήνει κανένα άνθρωπο επί γης αδιάφορο, ακριβώς γιατί η ειρήνη είναι μια επιθυμητή κατάσταση, ενώ ο πόλεμος είναι η απευκταία.
Και αυτή η παγκόσμια αλήθεια είναι ένα θέμα που δεν μας απασχολεί στην ουσία του αλλά μόνο ως προς το ποιός έχει δίκιο και ποιός έχει άδικο σε ένα πόλεμο. Ενώ, δηλαδή, κατανοούμε την τραγικότητα ενός πολέμου, δεν αναζητούμε τα βαθύτερα αίτια, αλλά κρίνουμε μόνο τις πρόχειρες αφορμές που οδήγησαν στον συγκεκριμένο ένα πόλεμο.
Διότι, κανένας πόλεμος δεν πέφτει από τον ουρανό, αλλά καλλιεργείται σταδιακά στις συνειδήσεις των ανθρώπων που ασκούν την εξουσία μέσα στον κόσμο, για να καταλήξει στα τραγικά φαινόμενα που όλοι γνωρίζουμε. Και εάν πρόκειται για μεγάλους πολέμους μεταξύ κρατών και εθνών, τότε οι αναζητήσεις μας περιορίζονται στις ειδήσεις που καθένας λαμβάνει και με βάση αυτές κρίνει. Εάν όμως πρόκειται για ατομικούς πολέμους με θεωρητικούς ή πραγματικούς αντιπάλους και εχθρούς, τότε τα πράγματα συνήθως τα προσπερνάμε σχεδόν αδιάφορα, και μόνο όταν φτάσουμε στα αδιέξοδα αναζητούμε τις βαθύτερες αιτίες που μας οδήγησαν ως το προσωπικό μας αδιέξοδο και τον πόλεμο.
Όσο καιρό, δηλαδή, το θέμα δεν είναι καταστροφικό, αφήνουμε τον χρόνο να κυλάει, χωρίς να μας προβληματίζει η πραγματικά δυσάρεστη κατάσταση. Όταν όμως φτάνουμε μπροστά στον τοίχο, τότε τρέχουμε όλοι να ζητήσουμε βοήθεια – αν μας το επιτρέπει η υπερηφάνεια μας! – για να ανοίξει μια θύρα εξόδου από την κόλαση στην οποία φτάσαμε χωρίς να το έχουμε αντιληφθεί στα σοβαρά. Και αυτός ακριβώς είναι ο κίνδυνος.
Διότι, για τους μεγάλους πολέμους μεταξύ κρατών, εγώ, εμείς οι απλοί πολίτες, δεν έχουμε τρόπο να επηρεάσουμε άμεσα τις αποφάσεις των ανθρώπων που ασκούν την εξουσία στον κόσμο σήμερα. Για τους ατομικούς όμως πολέμους, τα καθημερινά μας δεινά που προέρχονται είτε από λάθη δικά μας, είτε από τον κοινωνικό μας περίγυρο, εκεί δεν υπάρχει κάποιος άλλος να αναλάβει την ευθύνη, αλλά αυτή παραμένει στο ατομικό μας χαρτοφυλάκιο ζωής, και καθένας καλείται να βγάλει – όπως λέμε – τα κάστανα από την φωτιά, με σύμμαχο κάποιον φίλο ή γνωστό που ξέρουμε ότι μπορεί να μας βοηθήσει.
Και επειδή και των φίλων η βοήθεια συνήθως δεν επαρκεί, τρέχουμε να ανάψουμε το κερί στην Παναγιά, μπας και βάλει το χέρι της στο προσωπικό μας αδιέξοδο. Αλλά ο Χριστός υπέδειξε άλλο δρόμο, τον δρόμο της ατομικής καλλιέργειας του εσωτερικού μας κόσμου, προκειμένου να κατανοούμε την καθημερινή μας πορεία και να μην φτάνουμε στα αδιέξοδα, αλλά έγκαιρα να λαμβάνουμε τα μέτρα μας για την δική μας προστασία και προετοιμασία για όλα τα δεινά που μπορεί να μας συμβούν.