Τα όρια του σύμπαντος, αλλά και της ψυχής, δηλαδή του εσωτερικού μας ανθρώπου, παραμένουν μέχρι σήμερα ανεξιχνίαστα, δηλαδή δεν τα ξέρουμε στον βαθμό που θα μπορούσαμε να τα ξέρουμε, αφού θα τα έχουμε εξιχνιάσει, δηλαδή θα τα έχουμε ανακαλύψει και κατανοήσει, ώστε η καθημερινή μας ζωή να είναι καλύτερη σε ποιότητα και μήκος, από ότι είναι μέχρι σήμερα.
Και επειδή όλοι κατανοούμε τις ελλείψεις και τις αδυναμίες μας, προσφεύγουμε στην αναζήτηση των όσων θα μπορούσαμε να εξεχνιάσουμε σήμερα, ξέροντας ότι και πάλι θα μείνουν πολλά να εξιχνιαστούν στο μέλλον από τις επόμενες γενιές των ανθρώπων. Με λίγα λόγια, όσοι διαθέτουν τον κοινό νου, κατανοούν ότι οι σημερινές μας κατακτήσεις και γνώσεις δεν είναι τέλειες, αλλά αντίθετα παραμένουν πολλά να μάθουμε και να εξιχνιάσουμε στο μέλλον. Διότι η καθημερινότητα μάς διδάσκει ότι κάθε μέρα βελτιώνουμε την προσωπική μας καθημερινότητα με τις ανακαλύψεις- αποκαλύψεις και εφαρμογές από τον άνθρωπο.
Άρα, βλέποντας προς τα πίσω στο παρελθόν, όλοι κατανοούμε την νέα σύγχρονη θέση και τις αποκαλύψεις που έχει δεχθεί ο άνθρωπος ως κοινωνία και ως άτομα. Και αυτό είναι τα βαθύτερο μάθημα από την παρατήρηση της φυσικής επιστήμης, αλλά και της διδασκαλίας του Χριστού. Διότι βασική αρχή της διδασκαλίας του Χριστού – και μάλιστα με απόλυτο τρόπο – δεν είναι η επανάπαυση στα κεκτημένα, αλλά η συνεχής γνώση της δημιουργίας, στοιχείο που προσθέτει δυνατότητες στο άτομο να προσεγγίσει με μεγαλύτερη ασφάλεια την παρουσία και το θέλημα του δημιουργού για την ατομική και κοινωνική μας ζωή.
Ο Χριστός, δηλαδή, δεν είπε και δεν δίδαξε την “αγρανάπαυση”, αλλά δίδαξε και εφάρμοσε την εγρήγορση, δηλαδή την επαγρύπνηση μπροστά στις καθημερινές προκλήσεις της προσωπικής και κοινωνικής μας ζωής, θέτοντας ως όριο την ανώτατη δύναμη που κάθε άτομο μπορεί να διαθέσει, για την βελτίωση της ατομικής του καθημερινότητας, διδάσκοντας ότι αυτή η ενεργή καθημερινότητα είναι ο τρόπος, μέσα από τον οποίο θα προχωρήσει κάθε άτομο – αλλά και η κοινωνία γενικότερα – σε κάποιο καλύτερο μέλλον, μέσα από την εξιχνίαση και κατανόηση πρώτα της δημιουργίας του κόσμου που μας περιβάλλει, αλλά και στην συνέχεια του εσωτερικού μας κόσμου, αφού αυτός ο εσωτερικός μας κόσμος είναι ότι πολύτιμο διαθέτει κάθε άτομο πάνω στην γη όσο χρόνια ζει και δραστηριοποιείται.
Επομένως, ο Χριστός δεν δίδαξε το “πίστευε και μη ερεύνα”, αλλά δίδαξε τον τρόπο με τον οποίο κάθε άτομο που βιώνει μια προσωπική καθημερινότητα, θα την μετατρέψει σε χώρο εξιχνίασης, από την μια των προβλημάτων που τίθενται κάθε στιγμή, και από την άλλη των ορίων που πρέπει να μετακινηθούν – ή να μετακινούνται – προς την νέα καθημερινή πραγματικότητα.
Το παρελθόν διδάσκει, αλλά δεν επαναλαμβάνεται. Το παρόν μετράει, αλλά όχι μόνο για το σήμερα, αλλά και για το μέλλον, εγγύς, απώτερο, απώτατο – ή και αιώνιο – για όποιο άτομο επί γης ενδιαφέρεται για τα όρια της ζωής, αφού το άτομο πεθαίνει, αλλά η ζωή συνεχίζεται. Και αυτό είναι το συμπέρασμα από την υγιαίνουσα διδασκαλία του Χριστού.