Οι όχθες ορίζουν το όριο των υδάτων του ποταμού και των λιμνών. Οι όχθες περιορίζουν με φυσικό τρόπο τη ροή και την κίνηση των υδάτων για να μην υπερβούν τα καθορισμένα όρια. Οι όχθες είναι πάντα λίγο ψηλότερες από τη στάθμη των υδάτων του ποταμού ή της λίμνης. Οι όχθες ποτέ δεν είναι χαμηλότερες από τη στάθμη των υδάτων γιατί τότε παύουν να είναι όχθες, το νερό τις υπερπηδά και αναζητείται νέο ανάχωμα, νέα όχθη, νέο τείχος προστασίας της ροής των υδάτων. Σε κάθε περίπτωση, το νερό είναι μέσα στις όχθες, το νερό ρέει ανάμεσα στις όχθες, και ο άνθρωπος βρίσκεται πάνω στις όχθες ή έξω από αυτές. Όσο μακρύτερα βρίσκεται ένα πρόσωπο από την όχθη, τόσο δυσκολότερη πρόσβαση έχει στο νερό που κυλά ή βρίσκεται πίσω από την όχθη. Όσο ψηλότερη είναι η όχθη, τόσο κουραστική είναι η ανάβαση για να πλησιάσει κάποιος το νερό και να καλύψει τις ανάγκες του σε ζωντανό, φρέσκο νερό που θα τον κρατήσει στη ζωή. Η όχθη περιορίζει οπτικά αλλά δεν απαγορεύει στον εθελοντή να κοπιάσει, να ανέβει και να φτάσει στο νερό με ό,τι αυτό προϋποθέτει και συνεπάγεται.