Η προσπάθειά μας να αυξήσουμε σε μέγεθος και αριθμό τις μερίδες των πραγμάτων που κατέχουμε είναι μέσα στη φύση μας. Όλοι θέλουμε αύξηση στην ιδιοκτησία μας, στα κινητά και τιμαλφή αγαθά μας και αγωνιζόμαστε καθημερινά γι αυτό. Πόσο αντέχεις την αύξηση των κινητών και ακινήτων αξιών που κατέχεις; Απάντηση δεν υπάρχει ακριβώς γιατί και ερώτηση τέτοιου τύπου δεν μπορεί να τεθεί ποτέ, δηλαδή πόσο θέλεις να αυξήσεις τον πλούτο σου. Ενώ λοιπόν η αύξηση των καθημερινών μου αγαθών τελεί υπό τον απεριόριστο αριθμό, στα ζητήματα της πίστης όχι απεριόριστο ορίζοντα δεν αναζητούμε, αλλά αντίθετα θέτουμε όρια ασφικτικά περιορισμένα. Η ψυχή μας λιμοκτονεί, αλλά εμείς αγνοούμε τα σήματα της ένδειας, τα προσπερνούμε ως παιδικές αφέλειες και καταλήγουμε με μύρια όσα ψυχικά κενά πίστης και αποτελεσματικότητας. Και ενώ είναι προφανές ότι τα καθημερινά αγαθά όσο και αν τα αυξήσουμε, στο τέλος εμείς τα ίδια περίπου πράγματα έχουμε ανάγκη, ωστόσο συνεχίζουμε να μην επενδύουμε παράλληλα με την καθημερινότητα και στο μέλλον. Η ορθή στάση είναι, εξορθολογίζοντας τον ορίζοντα των φυσικών μου αναγκών και αγαθών που συγκεντρώνω, να μετακινήσω τον απεριόριστο ορίζοντά μου, στην αύξηση των μεριδίων της ατομικής μου πίστης, γιατί έτσι και την ποιότητα ζωής μου σήμερα αναβαθμίζω, αλλά και μερίδα μέλλοντος μου πιστώνεται.