Η ιστορία των δέκα λεπρών που μας περιγράφει ο ευαγγελιστής Λουκάς είναι διδακτική και σήμερα, αν και η ασθένεια της λέπρας θεραπεύεται πλέον.
Η διδασκαλία που πηγάζει από την περιγραφή του γεγονότος, αν και είναι σύντομη και συναντάται μόνον στο κείμενο του ευαγγελιστή Λουκά, δεν αφορά μόνον την κάλυψη μιας τραγικής για την εποχή εκείνη ανάγκης, αλλά παρέχει πληροφορίες και για τον τρόπο που ο ίδιος ο Χριστός αντιμετώπισε τη συνάντηση αυτή με τους λεπρούς.
Όχι μόνον δεν αρνήθηκε να καλύψει την ανάγκη των ασθενών εκείνων, αλλά μας έδωσε και ένα μάθημα βαθύτατης κοινωνικής και θεσμικής συμπεριφοράς.
Δεν θεράπευσε δηλαδή μόνον τους δέκα λεπρούς, αλλά τους ζήτησε να σεβαστούν τον Μωσαϊκό Νόμο και να ακολουθήσουν τις οδηγίες, οι οποίες προέβλεπαν ότι η θεραπεία και η ασθένεια επιβεβαιωνόταν μόνον από τον ιερέα της περιοχής. Και ενώ ο ίδιος είχε την εξουσία να θεραπεύσει, αυτό άλλωστε ήταν και το ζητούμενο, δεν υποτίμησε τον ρόλο του ιερέα του Μωσαϊκού Νόμου, και τούτο διότι η θεραπεία έπρεπε να επιβεβαιωθεί από τον αρμόδιο κατά τον νόμο και όχι από τους οικείους των λεπρών ή κάποιους άλλους.
Αυτό είναι μάθημα σεβασμού του ποινικού και ηθικού νόμου. Διότι η εξουσία και η δύναμη που έχει ο Χριστούς δεν καταργεί τις άλλες εξουσίες, αλλά τις εντάσσει μέσα στις αξίες της καθημερινότητας, χωρίς τις οποίες ακόμη και τα θαυμάσια του Χριστού μπορεί να μείνουν στην άρνηση και στην απιστία. Διότι η καθημερινότητα επιβεβαιώνει ή απορρίπτει τα πραγματικά γεγονότα. Κάθε άλλη περίπτωση είναι προσωπική υπόθεση χωρίς έξωθεν μαρτυρία.