Οι έννοιες των αλλαγών δεν είναι μόνον θεωρητικές, αλλά έχουν και πρακτική αξία, όταν αυτές συνδέονται με την καθημερινή μας ζωή.
Και ενώ αυτό είναι φυσιολογικό και πρακτικό και όλοι το εφαρμόζουμε κάθε μέρα, όταν ερχόμαστε στα ζητήματα της πίστης, εκεί οι απόψεις μας αποκλίνουν από αυτήν την πρακτική.
Δεν θέλουμε αλλαγές, δεν θέλουμε ενοχλήσεις και ανακατατάξεις στην ζωή μας, και αυτό έχει ως φυσική συνέπεια να είμαστε απολιθωμένοι σε αρχαίες συνήθειες, χωρίς πρακτική αξία και σημασία για την ατομική μας καθημερινότητα.
Και αυτό ακριβώς ήθελε ο Χριστός να ξεπεράσουμε: την θρησκευτική μας αδράνεια, την απλή παρατήρηση στα όσα συμβαίνουν, χωρίς άποψη και συμμετοχικότητα.
Και ενώ όλοι γνωρίζουμε ότι η πίστη στον θεό είναι μια καλή συνήθεια, ωστόσο αποφεύγουμε να μάθουμε, αποφεύγουμε να διδαχθούμε, αποφεύγουμε το βάθος και αρκούμαστε στα εξωτερικά και στην παρατήρηση των φαινομένων.
Για τον λόγο αυτό και τα Ιερά Γράμματα παραμένουν άγνωστα σε μας ή ακόμη και δυσνόητα ή ανεφάρμοστα. Και τούτο διότι αγνοούμε την διδασκαλία του Χριστού και την πρακτική εμπειρία των μαθητών του που περιγράφονται στην Καινή Διαθήκη, και προσπαθούμε με δικές μας δυνάμεις να τηρήσουμε εντολές και παραδόσεις χωρίς το επιθυμητό αποτέλεσμα.
Και ενώ η δύναμη της αναστάσεως του Χριστού είναι διαθέσιμη για καθένα που επικαλείται το όνομα του Χριστού, η άγνοια της διδασκαλίας του μας μετατρέπει σε αδρανείς θεατές και ακροατές των εμπειριών άλλων.
Και φυσικά αυτό δεν τιμά την λογική και την Ελληνική παιδεία μας, διότι πρώτοι οι Έλληνες δίδαξαν την λογική διαλεκτική ως πρακτική προσέγγισης της αλήθειας των πραγμάτων.
Και ενώ ο Χριστός και οι μαθητές του περιμένουν τις ερωτήσεις μας για να λάβουμε και τις κατάλληλες οδηγίες για την ζωή της πίστης και την διαχείριση των δυνάμεων της ανάστασης, εμείς παραμένουμε απαθείς θεατές, κρίνοντας ότι το θέμα δεν μας αφορά, με συνέπεια την υπονόμευση της πίστης μας, την ολιγοπιστία μας, και τελικά την αδιαφορία στα τεκταινόμενα μέσα στην πραγματική ζωή της ανάστασης.