Η ικανότητα της γνωριμίας μας με την αλήθεια των πραγμάτων του κόσμου και του εαυτού μας είναι το όργανο της ζωής με το οποίο επικοινωνούμε, δίνουμε και παίρνουμε σε όλη την διάρκεια του επίγειου βίου μας. Όσο ζει κάποιος επικοινωνεί και μοιράζεται την γνώση των πραγμάτων, δίνοντας και παίρνοντας, ανάλογα με την περίσταση. Και, φυσικά, όταν πάψει αυτή η επικοινωνία και η ανταλλαγή των πληροφοριών, τότε αυτό σηματοδοτεί και το τέλος του επίγειου βίου μας, διότι οι νεκροί δεν ενδιαφέρονται πλέον, ούτε να δώσουν ούτε και να πάρουν κάτι από τα πράγματα που μας απασχολούν στην ζωή μας.
Και επειδή όλοι ξέρουμε ότι ο επίγειος βίος μας είναι περιορισμένος ανεξάρτητα από τα φυσικά ατομικά όρια του καθενός μας, είναι φυσικό να μας απασχολούν περισσότερο τα θέματα που έχουν μεγαλύτερη διάρκεια αξιών, παρά τα θέματα που έχουν μόνο εφήμερη και περιορισμένη αξία. Διότι, όλοι προσβλέπουμε στο καλύτερο, άρα αναζητούμε να αφιερώνουμε περισσότερο χρόνο και δράση στο να γνωρίζουμε εκείνα που θα μας προσφέρουν σε μεγαλύτερο βάθος χρόνου ό,τι εμείς – καθένας χωριστά – θεωρεί ότι έχει μεγαλύτερη αξία.
Διότι όσα φθείρονται έχουν μεγάλη αξία για την καθημερινότητα, ωστόσο, όλοι καταλαβαίνουμε ότι αυτό δεν καλύπτει και όλο το φάσμα των ερωτημάτων της προσωπικής μας ζωής, διότι, και αν ακόμη κάποιος μπορεί να πει ότι έχει όλες τις απαντήσεις για την επίγεια ζωή μας, κανείς δεν μπορεί να ισχυριστεί το ίδιο και για την επέκεινα του τάφου πραγματικότητα.
Και αυτό δηλώνει ότι η διάρκεια του βίου μας δεν προσφέρεται μόνο για την κατανόηση των φυσικών πραγμάτων που έχουμε καθημερινά ανάγκη και με τα οποία εξασφαλίζουμε την τρέχουσα καθημερινότητα, αλλά στο ίδιο διάστημα θα πρέπει να αναζητήσουμε απαντήσεις και για θέματα που όλοι ξέρουμε ότι κάποια στιγμή θα έλθουν να μας συναντήσουν κατά την διάρκεια του βίου μας.
Ωστόσο, όλοι καταλαβαίνουμε ότι αυτό δεν είναι θέμα μιας μηχανικής μόνο λογικής, την οποία όλοι εφαρμόζουμε για να καλύπτουμε τις τρέχουσες ανάγκες μας, αλλά το ζήτημα αυτό ξεπερνά την μηχανιστική λογική και θέτει απαιτήσεις πέραν αυτής. Και εδώ μπαίνει το ζήτημα της πίστης, διότι ό,τι δεν είναι μετρήσιμο μηχανικά για να το κατανοήσουμε και να το αποδεχτούμε, έχει ανάγκη και την παράμετρο της πίστης.
Η πίστη είναι ελπιζομένων πραγμάτων υπόσταση και ύπαρξη, άρα αφορά όχι τον αισθητά μετρήσιμο κόσμο μόνο – άλλωστε με αυτή ζούμε όλοι καθημερινά χωρίς να το καταλαβαίνουμε και το εφαρμόζουμε στα πιο σύνθετα αλλά και στα πιο απλά πρακτικά της ζωής μας – αλλά ανοίγει και τον δρόμο για προεκτάσεις αναζητήσεων και πέραν του αισθητού κόσμου, των θεμάτων δηλαδή που μπορεί να μη μας απασχολούν αυτή τη στιγμή, αλλά είναι απολύτως βέβαιο ότι θα μας απασχολήσουν στο μέλλον όλους μας, αφού κανείς δεν ζει για πάντα τον επίγειο βίου του.