Αν και πρόκειται για σχήμα λόγου οξύμωρο, εν τούτοις το περιεχόμενο επιβεβαιώνεται από την αλήθεια των πραγμάτων. Κάθε κενό δηλώνεται ως τέτοιο, γιατί στερείται κάποιου περιεχομένου. Και, φυσικά, μόλις δημιουργηθεί ένα κενό, κάτι σπεύδει να το συμπληρώσει, διότι αυτός είναι ο νόμος της φύσεως, και το ξέρουμε όλοι από την καθημερινή μας εμπειρία.
Και ενώ αυτό συμβαίνει στην φυσική σφαίρα της προσωπικής μας καθημερινότητας, όταν ερχόμαστε στον μη ορατό κόσμο της εσωτερικής μας ζωής, εκεί προσποιούμαστε ότι δεν έχουμε κανένα κενό, όχι γιατί δεν έχουμε, αλλά γιατί δεν θέλουμε να το παραδεχτούμε, και φροντίζουμε να καλύπτουμε την ορατή επιφάνεια του κενού με κάτι που να μην είναι ορατό το κενό του περιεχομένου. Και αυτό είναι οφθαλμαπάτη και ψευδαίσθηση, δηλαδή ξεγελάμε τον εαυτό μας και την συνείδησή μας, και τελικά γίνεται πιστευτό, ότι το κενό πράγματι δεν υπάρχει, ενώ ξέρουμε την αλήθεια.
Και αυτή είναι η έλλειψη επίγνωσης του εαυτού μας και της αλήθειας των πραγμάτων που μάς περιβάλλουν ή βιώνονται μέσα μας. Δεν ξέρουμε, αλλά στην πραγματικότητα ξέρουμε, αν θελήσουμε να ψάξουμε βαθύτερα την συνείδησή μας. Και επειδή το κενό συνεχίζει να υπάρχει μέχρι που να πληρωθεί και να γεμίσει το περιεχόμενό του, μέχρι τότε η ζωή μας βρίσκεται σε αστάθεια, και κανένα εξωτερικό στοιχείο δεν είναι σε θέση να συμπληρώσει το εσωτερικό κενό της εσωτερικής μας ζωής.
Και η διδασκαλία του Χριστού αποσκοπεί σε αυτό ακριβώς το στοιχείο. Να γεμίσει τα εσωτερικά μας κενά με αλήθεια, ξεκινώντας από την παραδοχή της άγνοιας και της υποκριτικής μας ανοχής και ενοχής. Διότι, ενώ ξέρουμε ότι έχουμε κενά στις γνώσεις και στις εμπειρίες μας, προσποιούμαστε ότι είμαστε πλήρεις, χωρίς κενά. Και αυτό είναι αυτοκαταστροφικό. Διότι χάνουμε τις ευκαιρίες να αποκαταστήσουμε την αναγκαία για τον καθένα μας πληρότητα, ώστε η προσωπική μας ζωή να είναι “ευσταθής” και όχι ασταθής. Κάθε κενό αναζητά συμπλήρωση. Και είναι αποκλειστικά προσωπική μας ευθύνη να αποκατασταθεί η πληρότητα.