Η λέξη “έγκλημα” παραπέμπει σε βαριές πράξεις που επισύρουν ποινές φυλάκισης πολλών ετών. Η λέξη “τιμωρία” είναι μια κοινή λέξη, η οποία μπορεί να περιλαμβάνει όλες τις συνέπειες από παράνομες πράξεις, αλλά αυτό είναι η μισή αλήθεια.
Διότι κάθε αξιόποινη πράξη επιφέρει και τιμωρίες, ωστόσο αυτό χάνεται μέσα στην ολοκληρωμένη αλήθεια. Διότι κάθε ζημία, δεν είναι μόνο ζημία, αλλά και στέρηση κάθε κέρδους. Δηλαδή, αυτός που δεν πράττει κατά το νόμο, δεν υπόκειται μόνο στις αυτονόητες αρνητικές συνέπειες των πράξεών του, αλλά βάζει και εμπόδια και ουσιαστικά στερεί τον εαυτό του από το κέρδος που θα είχε αποκτήσει, αν δεν είχε κάνει την παράνομη πράξη του.
Έτσι, αυτό στην καθημερινή ζωή μας διαφεύγει, με αποτέλεσμα να κρίνουμε και να κατακρίνουμε τις παράνομες πράξεις και, φυσικά, τα εγκλήματα, ωστόσο, δεν δίνουμε προσοχή στο γεγονός της στέρησης του χαμένου κέρδους που θα είχαμε αν δεν είχαμε πράξει το “έγκλημα” η κάθε μη συμβατή με την κοινή λογική και το νόμο πράξη μας.
Από την άλλη, το βάρος που δίνουμε στην τιμωρία μιας εγκληματικής πράξης, μας στερεί την ευκαιρία να αναλογιστούμε το κέρδος που θα είχαμε αν δεν είχε συμβεί η παράνομη πράξη μας, άρα, η μη συμβατή με την αλήθεια πράξη μας έχει διπλές συνέπειες στην καθημερινή μας ζωή.
Διότι, οι αρνητικές συνέπειες των λαθών μας, δεν αφορούν μόνο τις τραγικές εγκληματικές πράξεις μας, αλλά αφορούν και τα μικρότερα λάθη των επιλογών μας, ιδιαίτερα όταν αυτές οι επιλογές μας δεν μπορούν να σταθούν μπροστά σε μια δίκαιη κρίση. Διότι, κάθε πράξη μας κρίνεται, και είναι γνωστό ότι ανταμείβεται άμεσα ή σε βάθος χρόνου με βάση την θετική ή αρνητική σχέση της με την αλήθεια των πραγμάτων.
Η αλήθεια, δηλαδή, και η δικαιοσύνη είναι οι παράμετροι, μέσα από τις οποίες κερδίζουμε ή χάνουμε, όχι μόνο την ζημία που υφιστάμεθα, αλλά χάνουμε και το κέρδος που θα είχαμε, αν αντί για παράνομη πράξη ή μια ουδέτερη – ακατέργαστη, αργή, μη καρποφόρα – πράξη είχαμε πράξη μια ορθή και καρποφόρα πράξη μας.
Ωστόσο, αυτό είναι μόνο το μετρήσιμο λάθος. Διότι με αυτό τον τρόπο περιορίζουμε την ζωή μας στο όριο του κέρδους ή της ζημίας, αφήνοντας ανεκμετάλλευτο το ζητούμενο, το οποίο δεν είναι μόνο το σήμερα, αλλά είναι και το απώτερο και αιώνιο μέλλον.
Διότι το αισθητήριο όργανο του δικαίου που κατοικεί μέσα στη συνείδησή μας και διέπει την επιλογή των πράξεών μας, δεν είναι μόνο για το καθημερινό κέρδος και την αποφυγή της ζημίας, αλλά είναι και ο συνδετικός κρίκος που μας συνδέει με την λογική του δημιουργού μας.