Η σύγχρονη πραγματικότητα μας υποχρεώνει να αναπροσαρμόσουμε τις αναζητήσεις μας στις δικές μας τις ανάγκες και τις δικές μας συνθήκες ζωής.
Διότι, από την εποχή του Χριστού η ζωή παραμένει η ίδια, αλλά μόνο ως προς τα ουσιαστικά της στοιχεία και όχι ως προς τους παράγοντες που δημιουργούνται κατά την διάρκεια του βίου μας. Η ζωή, δηλαδή, παραμένει ίδια ως προς τα βασικά της στοιχεία – αναπνοή, τροφή, νερό, προστασία, κλπ, – ωστόσο οι πηγές που τροφοδοτούν αυτές τις βασικές λειτουργίες της ζωής έχουν μεταβληθεί σε απίστευτο βαθμό, με αποτέλεσμα να χανόμαστε μέσα στο πλήθος των θεμάτων που αφορούν τις επιλογές μας πάνω στα προσφερόμενα αγαθά – ιατρική, φαρμακολογία, διεθνές εμπόριο καταναλωτικών αγαθών, κοινωνική προβολή, κλπ – με αποτέλεσμα, πολλές φορές, να μην επαρκούν οι ώρες της ημέρας για να επιλέξουμε και να καταναλώσουμε τα αγαθά που μας προσφέρονται. Και μπορεί αυτό να μην είναι εκ προοιμίου κακό, ωστόσο, επιβαρύνει την καθημερινότητά μας με αμέτρητες δυνατότητες, άρα και χρόνο και δαπάνες για να τα αποκτήσουμε και να ωφεληθούμε – υποτίθεται – από όλα αυτά.
Διότι, απαιτούνται περισσότερες δυνάμεις αντίστασης στην πλεονεξία και την φιλαργυρία, όταν αυτά τα δυο δηλητηριώδη στοιχεία είναι καμουφλαρισμένα μέσα σε μυριάδες επιλογές ακόμη και για απλά πράγματα, όπως είναι η τροφή, η ενδυμασία και η κοινωνική προβολή και αναγνώριση. Διότι, όταν έλεγε ο Χριστός να φυλάγεστε από κάθε πλεονεξία, ήξερε ότι αυτό το σαράκι της πλεονεξίας και της φιλαργυρίας, συνυφασμένο με τις βασικές λειτουργικές ανάγκες της καθημερινότητας – τροφή, καθημερινής ανάγκης υλικά στοιχεία – ήταν δύσκολο να τα διακρίνει κάποιος και να μην υποπέσει στο τραγικό αμάρτημα του μη χορτασμού. Για τον λόγο αυτό είπε και την παραβολή του άφρονα πλούσιου, ο οποίος θα γέμιζε τις αποθήκες του με σιτηρά και γεωργικά προϊόντα της εποχής εκείνης – που δεν υπήρχαν καν ψυγεία – για τις – φανταστικές – ανάγκες της καλύτερης επιβίωσής του, χωρίς να έχει εξασφαλίσει πρώτα την διάρκεια της ίδιας της ζωής του.
Και αυτό είναι ένα βαθύ μάθημα για την δική μας πρακτική καθημερινότητα, που δεν γνωρίζουμε πού σταματά η ικανοποίηση μιας πραγματικής ανάγκης σε τροφές, σκεπάσματα, κοινωνική καταξίωση και προβολή, και πού αρχίζει το πεδίον της πλεονεξίας και του αχόρταγου πλουτισμού που δεν έχει – κατά κανόνα – καλό τέλος. Διότι, προσθέτοντας υλικά αγαθά που δεν είναι απολύτως απαραίτητα για την καθημερινότητα, ανοίγουμε θύρες σε μάταιους ατομικούς σύγχρονους αδιέξοδους δρόμους αυτοκαταστροφής. Και αυτό επιφέρει ζημία και κανένα όφελος.