Η γνωριμία αφορά την μεταφορά των γνώσεων που αποκτούμε με τις πέντε αισθήσεις στην διάρκεια της καθημερινής μας ζωής στον εσωτερικό μας κόσμο, στο κέντρο του εσωτερικού μας κόσμου, δηλαδή στην προσωπική αντίληψη που έχει καθένας για το περιεχόμενο που κατοικεί μέσα μας και καθορίζει τις επόμενες σκέψεις, εκτιμήσεις, προτιμήσεις, επιλογές, αποφάσεις και πράξεις στις οποίες θα προβούμε στο άμεσο ή έμμεσο προσωπικό μας μέλλον.
Διότι, κάθε άνθρωπος δεν ενεργεί μόνο μηχανικά με άμεσα αντανακλαστικά, αλλά θέτει – κατά κανόνα – σε λειτουργία και τους προσωπικούς συλλογισμούς και εκτιμήσεις, προκειμένου να καταλήξει στις προσωπικές επιλογές και αποφάσεις για κάθε πράξη του. Με λίγα λόγια, όλοι οι άνθρωποι διαθέτουμε συνείδηση (συν-οίδα) του εσωτερικού μας περιεχομένου, και με βάση αυτό το περιεχόμενο καθορίζεται και το περιεχόμενο των σκέψεων και των αποφάσεων για κάθε έργο μας, μικρό ή μεγάλο. Και αυτό είναι το χαρακτηριστικό κάθε ζωντανού οργανισμού, διότι σε αντίθετη περίπτωση ο οργανισμός οδηγείται στην αυτοκαταστροφή και τον θάνατο.
Κάθε γνώση και γνωριμία αποθηκεύεται στην συνείδησή μας, και εμπλουτίζει ή απομειώνει – ανάλογα με το φορτίο που περιέχει – τις προσωπικές μας δυνάμεις και την υφιστάμενη προσωπική ενέργεια στον εσωτερικό μας κόσμο. Μάλιστα, η αλλαγή στον όρο “συνείδηση” από τον όρο “καρδιά” που χρησιμοποιούνταν μέχρι την εποχή του Χριστού για να δηλωθεί και να περιγραφεί ο εσωτερικός μας κόσμος, αυτός δηλαδή που υφίσταται και λειτουργεί μέσα μας και οδηγεί στις αποφάσεις και τις πράξεις μας, έχει ιδιαίτερη αξία για την κατανόηση της λειτουργίας της πίστης στην προσωπική καθημερινότητα. Διότι, ο όρος “καρδιά” παραπέμπει στο φυσικό όργανο που λειτουργεί σε κάθε άνθρωπο καθ’ όλη την περίοδο της ζωής του.
Ωστόσο, αυτό δημιουργεί περιοριστική αντίληψη – αφού περιλαμβάνει φυσικό όργανο του σώματος – άρα φθαρτό στοιχείο, άρα στοιχείο ανεπαρκούς λειτουργίας στα πλαίσια της διαχρονικότητας, και, επομένως αναζητήθηκε – πιθανόν – από τον απόστολο Παύλο η αλλαγή από τον όρο “καρδιά”, ο οποίος χρησιμοποιούνταν από την κοινωνία των Εβραίων για να δηλώσουν τον χώρο αποθήκευσης των στοιχείων στο εσωτερικό των ανθρώπων, στον όρο “συνείδηση”, ο οποίος δεν παραπέμπει σε κανένα φυσικό όργανο του ανθρώπινου φθαρτού σώματος, αλλά παραπέμπει στο υπαρξιακό κέντρο του ανθρώπου με ο,τι αυτό μπορεί να περιλαμβάνει, δηλαδή τόσο το ορατό και μετρήσιμο, όσο και μη ορατά αλλά υπαρκτά στοιχεία που μπορεί να επηρεάζουν ή και να καθορίζουν τις λειτουργίες τόσο του σώματος, όσο και των σκέψεων και των συλλογισμών μας.