Κάθε ανθρώπινη δημιουργία, κάθε ανθρώπινο κτίσμα είναι ορατό, άρα είναι κατανοητό και μπορεί να περάσει από την κρίση μας, αν δηλαδή ικανοποιεί τον λόγο της δημιουργίας του ή όχι.
Και, φυσικά, υπάρχουν και τα μη ορατά κτίσματα, τα οποία μπορεί να μην φαίνονται, ωστόσο δεν αμφισβητείται η ύπαρξή τους, όπως λχ η αγάπη και το μίσος, η σοφία και η αφροσύνη, οι καλές ή κακές επιθυμίες και χιλιάδες άλλα πράγματα, τα οποία υπάρχουν μέσα μας, έχουν κτιστεί με την δική μας συμβολή και λειτουργική σύμπραξη, και κάποια στιγμή εμφανίζονται τα αποτελέσματα και οι πράξεις που πηγάζουν από αυτήν την μη ορατή δημιουργία που λειτουργεί μόνον στον εσωτερικό μας κόσμο.
Ανάλογη κτίση είναι και η πίστη που “ενοικεί” μέσα μας: δεν την βλέπουμε δια γυμνού οφθαλμού, ωστόσο κανείς δεν αμφιβάλλει για την ύπαρξη, την λειτουργία και την παραγωγικότητά της. Και στο σημείο αυτό ακριβώς ο Χριστός έστρεψε την προσοχή του. Όχι για να κατακρίνει την ολιγοπιστία ή την ατελέσφορη ύπαρξη της πίστης, αλλά για να υποδείξει τον δρόμο της επίγνωσης, τον δρόμο της λειτουργίας και της παραγωγικότητας της πίστης μέσα στο κάθε φυσικό πρόσωπο.
Η πίστη του Εκατόνταρχου δεν ήταν ορατή, ωστόσο ήταν υπαρκτή, ήταν λειτουργική πρακτικά, μπορούσε να παράξει άμεσα αποτελέσματα στην καθημερινή ζωή – η θεραπεία του δούλου του έγινε άμεσα κατά την διήγηση του Ευαγγελίου – και για τον λόγο αυτό ο Χριστός επαίνεσε αυτού του είδους την πίστη, όχι γιατί είναι απλά πίστη, αλλά γιατί ήταν τόσο μεγάλη (τοσαύτη) που μπορούσε να παράξει αποτελέσματα στις διαστάσεις του παρόντος αλλά και του αιωνίου μέλλοντος. Και αυτή ακριβώς ήταν η πίστη που αναζητούσε ο Χριστός.
Δεν ενδιαφερόταν να αυξήσει την στείρα θρησκευτικότητα των συγχρόνων του, αλλά ενδιαφερόταν για την πίστη εκείνη που είναι σε θέση να αντιληφθεί ορθά τον παρόντα κόσμο, χωρίς όμως να παρασυρθεί στην αδράνεια ή την σπειροειδή εσωστρέφεια που νεκρώνει όλα τα μέλη του σώματος. Αναζητούσε την πίστη που μπορούσε να κατανοήσει με λογική τον παρόντα κόσμο, αλλά με την ίδια λογική μπορούσε να αναζητήσει και τις πηγές της αιώνιας ζωής που βρίσκονται στην εξουσία του δημιουργού. Πηγές που είναι υπαρκτές, αλλά δεν γίνονται αντιληπτές δια γυμνού οφθαλμού, ούτε παροχετεύουν το νερό τους στον αδιάφορο, αλλά φυλάσσονται καλά και προστατεύουν το περιεχόμενό τους με μια θύρα, την οποία μόνον ο λόγος, η λογική, και οι διαδικασίες που έχει προβλέψει ο δημιουργός μπορούν να ανοίξουν για να περάσει ο ενδιαφερόμενος από την καθημερινότητα στην αισθητή παρουσία της αιωνιότητας.
Ο Χριστός δεν αναζητούσε καλούς αρχιερείς της εποχής του, αλλά αναζητούσε νέα σκεύη για να βάλει μέσα το δικό του νέο κρασί, το δικό του ζων ύδωρ, την δική του διδασκαλία που μπορεί να οδηγήσει κάθε φυσικό πρόσωπο στην κατανόηση και επίγνωση της αλήθειας της δικής του κτίσης. Στην επίγνωση ενός δικού του κτίσματος με ατέρμονες διαστάσεις στον χώρο και τον χρόνο, που μόνον μέσα από την δική του διδασκαλία, απαλλαγμένη από την ατέρμονη παρελθοντολογική θρησκευτικότητα, μπορεί να οδηγήσει τον ανώνυμο ενδιαφερόμενο στις πηγές της ζωής που όλοι αναζητούμε.