Η συνείδηση ότι ζούμε μέσα στην ύλη και με την ύλη, μας κάνει πιο σοφούς κατά την διαχείριση της καθημερινότητας. Διότι δεν πρέπει να αγνοούμε το περιβάλλον μέσα στο οποίο – και δια του οποίου – ζούμε, αλλά να είναι επικερδές, να αναγνωρίζουμε την ύπαρξή του, αλλά και τον ρόλο του στην καθημερινή μας ζωή.
Κανείς ποτέ δεν υπερέβη κατά τον επίγειο βίο του τους νόμους της ύλης, και κανείς δεν επιβίωσε χωρίς ή εκτός αυτής. Αυτό βέβαια ακούγεται ως απόλυτο, ωστόσο, κανείς δεν πέρασε από αυτό τον βίο χωρίς την σύμπραξη της ύλης. Διότι μπορεί κανείς να λέει ότι δεν έχει ανάγκη την ύλη, αλλά στην πραγματικότητα αγνοεί ή παραβλέπει την ουσία όλων των πραγμάτων μέσα στα οποία διάγουμε τον βίο, μηδέ ενός εξαιρουμένου.
Επειδή, λοιπόν, αυτός ο ορισμός δεν επιδέχεται καμιά αμφισβήτηση, είναι χρήσιμο να κατανοούμε αυτή την αλήθεια και να αξιοποιούμε τις δυνατότητες που η γνώση αυτή μας προσφέρει, ώστε να υπερβαίνουμε τα λάθη, τα οποία μας οδηγούν προς την δουλεία της ύλης, ενώ θα έπρεπε να μας οδηγούν προς την ελευθερία από αυτήν, χωρίς αυτό να σημαίνει ότι την αποποιούμαστε και θα ζήσουμε χωρίς αυτήν.
Η βάση για την επίγνωση αυτή βρίσκεται στην διδασκαλία του Χριστού και στα Ιερά Γράμματα γενικότερα, στα οποία περιγράφεται η δημιουργία της ύλης, ορατής και μη ορατής, αισθητής και μη αισθητής, από τον ίδιο τον δημιουργό.
Αυτή η επίγνωση, δηλαδή η αναγνώριση της δημιουργίας της ύλης και του κόσμου γενικότερα, μας φέρνει πιό κοντά στην κατανόηση και στην παράλληλη πορεία του δημιουργού, ο οποίος έκανε τα πάντα “λίαν καλά” και ολοκληρωμένα.
Και όσο βαθύτερα κατανοούμε και ορθότερα εφαρμόζουμε τις αρχές λειτουργίας της ύλης, τόσο πιο αποτελεσματική θα γίνεται η καθημερινή διαχείριση των θεμάτων που μας απασχολούν, διότι κανένα θέμα δεν είναι άσχετο και μη συνδεδεμένο με την ύπαρξη και λειτουργία της ύλης και του υλικού κόσμου.
Ο Χριστός δεν δίδαξε να αποποιηθούμε τον ρόλο της ύλης, αλλά να κατανοήσουμε τους νόμους με τους οποίους θα την διαχειριστούμε αποτελεσματικότερα προς το συμφέρον μας, το εφήμερο αλλά και του μέλλοντος.