Η αποδοχή, η επίγνωση, και η λειτουργία της πραγματικότητας στην καθημερινή μας ζωή είναι προϋποθέσεις για κάθε λογική κίνηση και μετακίνησή μας, από το σημείο που βρισκόμαστε στην επόμενη θέση μας. Και η ωριμότητα που απαιτείται για την επίδραση του νέου κάθε φορά περιβάλλοντος στην συνείδησή μας είναι στοιχείο δομικής ασφάλειας, η οποία καθορίζει την εσωτερική μας ισορροπία σε κάθε μετέωρο βήμα που γίνεται με την πίστη στην ύπαρξη και λειτουργία του μη αισθητού ακόμη κόσμου.
Άρα, όλοι καταλαβαίνουμε την αξία και την σημασία του εφοδίου της πίστης που υπάρχει και λειτουργεί – ούτως ή άλλως – μέσα μας και δίνει νέους ορίζοντες κάθε στιγμή στην ύπαρξή μας.
Και όποιος αρνείται αυτή την λειτουργία και αυτόν τον ρόλο στην καθημερινή μας συμπεριφορά, εθελοτυφλεί και αγνοεί – ή θέλει να αγνοεί – την φυσική μας πραγματικότητα. Διότι η παράβλεψη ή υποτίμηση του ρόλου της πίστης ως εφοδίου στην καθημερινή μας ζωή, δεν φέρει μόνον έλλειψη μέσων προσδιορισμού και κατανόησης της αλήθειας, αλλά στερεί από το μέλλον την απόλαυση νέων οριζόντων και νέων συνθηκών ζωής.
Η πίστη, δηλαδή, δεν αφορά μόνον την θρησκευτική μας αναζήτηση, αλλά αφορά και συμβάλλει σε κάθε νέο ζήτημα που προκύπτει στην ζωή μας. Και η ελευθερία είναι η πρώτη προϋπόθεση για την κατανόηση και την εφαρμογή αυτής της αλήθειας στην καθημερινή μας πρακτική ζωή.
Αυτός ήταν και ο λόγος που ο Χριστός έδωσε μεγάλη αξία στην πίστη, όχι μόνο ως στοιχείο αναγνώρισης του ρόλου του δημιουργού, αλλά και ορθής κατανόησης της αλήθειας, και όχι μέσα από τις στρεβλώσεις που έχουμε γιατί η προσωπική και κοινωνική μας παράδοση συσκοτίζει τον ορίζοντα και τις πεποιθήσεις μας, με ό,τι αυτό συνεπάγεται για την ποιότητα των καθημερινών μας αποφάσεων.
Στόχος της διδασκαλίας του Χριστού δεν ήταν να φέρει μια νέα παράδοση και να αντικαταστήσει την παλαιά, αλλά να διδάξει τον κόσμο πώς να αξιοποιεί τα εφόδια, συνεπώς και την πίστη, που έχει θέσει στον εσωτερικό μας κόσμο ο δημιουργός μας.