Για το σώμα μας τα δεδομένα είναι μετρήσιμα, άρα μπορούμε να εξερευνήσουμε τα προβλήματα που αντιμετωπίζουμε. Για τα λοιπά όμως υπαρξιακά μας δεδομένα έχουμε σοβαρό έλλειμμα.
Διότι με τα φυσικά μας μάτια δεν μπορούμε να ανιχνεύσουμε την ψυχή μας, δεν μπορούμε να ανιχνεύσουμε – ακόμη τουλάχιστον – όλες τις λειτουργίες του νου μας, και προφανώς δεν μπορούμε να σταθμίσουμε όλες τις κινήσεις του πνεύματός μας, δηλαδή τις ροπές που εμφανίζονται στην προσωπικότητά μας και δρουν καταλυτικά σε όλα τα ζητήματα της καθημερινότητας.
Αυτός ήταν και ο λόγος που ο ίδιος ο χριστός δεν αρκέστηκε στην διατύπωση μόνον ηθικών αρχών ζωής, αλλά αποκάλυψε το “φυσικό στοιχείο” του πνεύματος ως καθοριστικό παράγοντα της καθημερινότητάς μας. Το πνεύμα όχι ως εκδήλωση ροπής, αλλά ως καθοριστικό στοιχείο που επηρεάζει κάθε στιγμή της ζωής μας.
Το ακροατήριο τότε δεν μπορούσε να καταλάβει το μάθημα που έκανε ο Χριστός σε μια προσπάθεια να τους οδηγήσει σε βαθύτερες αναζητήσεις. Ωστόσο, η ύπαρξη και λειτουργία του πνεύματος ήταν γνωστή στους Εβραίους με βάση την δική τους ιστορία, αφού ήδη από την αρχή της δημιουργίας το πνεύμα καθόριζε τις δημιουργικές εξελίξεις. Η στάση του Φαρισαίου Νικόδημου, όταν συναντά την νύχτα τον Χριστό, αποδεικνύει ότι η φράση “πρέπει να γεννηθείς από νερό και πνεύμα” ήταν για τον ίδιο ακατανόητη, αν και ο ίδιος ήταν ο ώριμος διδάσκαλος των Ιερών Γραμμάτων της εποχής του.
Αντίθετα, η άγνωστη νοικοκυρά από την Σαμάρεια φαίνεται ότι ήταν καλύτερα προετοιμασμένη μέσω των προσωπικών της αναζητήσεων, και όταν άκουσε από το στόμα του Χριστού την είδηση ότι ο θεός είναι πνεύμα, άρα αυτό την απάλλασσε από την καταναγκαστική και περιοριστική θρησκευτική της καθημερινότητα, ενθουσιάστηκε, άφησε την στάμνα της και έτρεξε στην πόλη της να φέρει το νέο μήνυμα.
Η ελευθερία που πηγάζει από την επίγνωση της παρουσίας και λειτουργίας του πνεύματος παραμένει και σήμερα η μοναδική παρηγοριά για τον σύγχρονο άνθρωπο που αναζητά εξηγήσεις για την ζωή και τον θάνατο.