Η γνωστή φράση του Γερμανού ποιητή Γκαίτε έχει σχέση με το φως και όχι μόνον. Δεν είπε δηλαδή μου αρέσει το φως, δεν είπε τι καλό που είναι το φως, αλλά είπε περισσότερο φως, δηλαδή μετέφερε την αξία του φωτός στην ποσότητα και όχι μόνο στις ιδιότητες και την σημασία του φωτός. Και βέβαια όλοι καταλαβαίνουμε ότι για να μιλήσει, και μάλιστα στις τελευταίες στιγμές της ζωής του ο μεγάλος αυτός ποιητής για ποσότητα φωτός και όχι απλά για φως, κάτι μεγάλο και σημαντικό ήθελε να δηλώσει και να μας αφήσει παρακαταθήκη. Διότι όλοι ξέρουμε το φως, αλλά τότε, πριν από περίπου διακόσια χρόνια, η έννοια της ποσότητας του φωτός λίγο ήταν αντιληπτή. Όλοι ξέρουμε το φως και όλοι θέλουμε το φως. Λίγοι όμως είναι εκείνοι, όπως οι φρόνιμες παρθένες της παραβολής, που μεριμνούν καθημερινά ώστε όχι μόνον να έχουν, αλλά να έχουν και περίσσευμα, ακριβώς γιατί οι ανάγκες μας στα πολύτιμα πράγματα – φως, νερό, ζωή, κλπ – δεν είναι παιχνίδι, στο οποίο και αν χάσουμε, παιχνίδι ήταν! Και κάτι ακόμη. Και αν γνωρίζουμε το φως, δική μας δουλειά είναι να κρατάμε την πηγή του φωτός πάντοτε διαθέσιμη, την πηγή του νερού πάντα σε λειτουργία ώστε να γεμίζει τις δεξαμενές μου καθημερινά με πληρότητα, με αφθονία, που δεν θα επαρκεί μόνο για μένα αλλά και για πολλούς άλλους.
Το κεράκι, το λυχνάρι και το τηλεσκόπιο
Το λυχνάρι και το κερί αποτελούσαν για χιλιάδες χρόνια τα βασικά φωτιστικά μέσα όλων των ανθρώπινων κοινωνιών. Σήμερα εμείς, με την χρήση του ηλεκτρικού ρεύματος, έχουμε αλλάξει τα βιώματά μας και το φως ενός λυχναριού ή ενός κεριού φαντάζει όχι απλά ανεπαρκές, αλλά ουτοπία ως σκέψη ότι κάποιος μπορεί να αντιμετωπίσει τη σύγχρονη ζωή χρησιμοποιώντας μόνον λυχνάρια ή κεριά. Και ενώ αυτό είναι αυτονόητο, όταν ερχόμαστε στα ζητήματα της πίστης και της αναζήτησης του ζωντανού θεού, όλοι προτιμούμε να χρησιμοποιούμε το φως που προσφέρει ένα λυχνάρι και όχι το φως που προσφέρει ένα ηλεκτρικός λαμπτήρας, ο οποίος έχει ισχύ εκατοντάδων κεριών και λύχνων. Με άλλα λόγια, ενώ για την πρακτική καθημερινότητά μας αναζητούμε όλο και μεγαλύτερα φωτιστικά μέσα και κανείς δεν συμβιβάζεται με την παραδοσιακή πρακτική, όταν ερχόμαστε στην αναζήτηση του Θεού, προτιμούμε τα παραδοσιακά μέσα, όχι γιατί καλύπτουν τις ανάγκες μας, αλλά γιατί δεν απαιτούν προσωπικό κόστος χρόνου, χρήματος, ευθύνης. Και φυσικά το αποτέλεσμα είναι ανάλογο. Δεν βλέπουμε πέρα από την απόσταση της καθημερινότητας, ενώ ο Δημιουργός μας έφτιαξε να αναζητούμε την εξερεύνηση όχι μόνον της γης και των λύσεων των καθημερινών μας προβλημάτων, αλλά και των ουρανών, και του σήμερα, και του αύριο και του επέκεινα του τάφου μέλλοντος.
Ιερή ακολουθία
Η λέξη ακολουθώ δηλώνει ότι βαδίζω πίσω από κάποιον άλλον ο οποίος προπορεύεται, δηλαδή πηγαίνει μπροστά εκείνος και εγώ βρίσκομαι πίσω του. Δεν είμαι αυθύπαρκτος, δεν κάνω ό, τι θέλω και δεν πηγαίνω όπου θέλω, αλλά κάποιος υπάρχει μπροστά από εμένα και εγώ βαδίζω πίσω του, ακολουθώντας εκείνον. Μάλιστα χωρίς την παρουσία εκείνου ο οποίος προπορεύεται δεν υπάρχει η έννοια της ακολουθίας, διότι το ακολουθώ προϋποθέτει την ύπαρξη και το έργο εκείνου που προηγείται. Αυτό βέβαια σημαίνει ότι αν ο προπορευόμενος κάνει λάθη, θα ακολουθήσω και εγώ τα λάθη του ή αν εκείνος κάνει σωστά πράγματα τότε και εγώ θα πράξω ό,τι εκείνος. Και αυτός ήταν ο λόγος που ο Χριστός διακήρυξε ότι Εκείνος είναι το φως, εκείνος προηγείται, και οι μαθητές του ακολουθούν Εκείνον και όχι κάποιον άλλον. Όχι ανώνυμο πλήθος, αλλά επώνυμος οδηγός και επώνυμοι μαθητές του που τον ακολουθούν. Μόνον με αυτές τις προϋποθέσεις το φως έχει πρακτική εφαρμογή στη ζωή μας. Σε κάθε άλλη περίπτωση υπάρχει πλάνη, υπάρχει αδιέξοδο, υπάρχει αποτυχία και καθένας μας καλείται να αποφεύγει τους σκοτεινούς ηγέτες και να αναζητεί το φως του Χριστού, ο οποίος προπορεύεται ακόμη και μέσα στην έρημο της σύγχρονης ζωής.
Άσκηση αρ. 1.
Από την βρεφική ηλικία ο ανθρώπινος οργανισμός ασκείται. Πρώτα για να επιβιώσει και αργότερα για να κατακτήσει. Όσο η ηλικία μεγαλώνει, τόσο και οι ασκήσεις στις οποίες υποβαλλόμαστε είναι πιο σύνθετες, είναι πιο απαιτητικές, είναι κρίσιμες, όχι μόνον γιατί η άσκηση αυτή καθαυτή απαιτεί κόπο, αλλά γιατί υπεισέρχεται και ο παράγοντας ανταγωνισμός, συναγωνισμός με άλλους ανθρώπους ή τις αρχές και τις εξουσίες και αυτό απαιτεί μεγαλύτερες αλλά και πιο στοχευμένες ασκήσεις. Οι ίδιες αρχές ισχύουν και στην περίπτωση του εσωτερικού μας ανθρώπου. Όσο είμαστε σε μικρή ηλικία, τα προβλήματα που έχουμε να αντιμετωπίσουμε είναι απλά και εύκολα κατανοητά. Όσο όμως περνούν τα χρόνια, οι απαιτήσεις οι κοινωνικές και οι επαγγελματικές απαιτούν σύνθετες προσπάθειες, όχι μόνον για να τονώσουμε τον εσωτερικό μας μηχανισμό, αλλά και για να κατανοούμε το καλό από το κακό, την αλήθεια από το ψέμα, το σκοτάδι από το φως, δηλαδή να διακρίνουμε τα ερεθίσματα και να ενεργοποιούμε τον κατάλληλο εσωτερικό μηχανισμό μας για την αντιμετώπιση κάθε επίθεσης που αποσκοπεί είτε στην απώλεια των προσωπικών μας κατακτήσεων είτε στην παρεμπόδιση της πορείας που ήδη έχουμε χαράξει.