Η ανταπόκριση σε ένα κάλεσμα για συνεργασία είναι η απαραίτητη προϋπόθεση για να παραχθεί κάποιο αποτέλεσμα.
Μονομερής ενέργεια, χωρίς δηλαδή την συμμετοχή του άλλου, έχει κατά κανόνα αρνητικό αποτέλεσμα και αποτελεί χαμένο χρόνο.
Διότι μπορεί εγώ να θέλω κάτι καλό για σένα, αλλά αν εσύ δεν ενδιαφέρεσαι, τότε και δεν μπορεί να φτάσει το καλό σε σένα και για μένα θα είναι χάσιμο χρόνου.
Και αν αυτό είναι βέβαιο στην καθημερινή μας ζωή και όλοι το δοκιμάζουμε σε όλες τις εκδηλώσεις της ζωής μας, είναι προφανές ότι το ίδιο ισχύει και στην περίπτωση των ζητημάτων της πίστης, των πραγμάτων του αύριο, αλλά και της επέκεινα του αύριο ζωής.
Διότι αφού ο ατομικός επίγειος βίος σε κάθε περίπτωση δεν μπορεί να υπερβεί ή σπάνια υπερβαίνει τα 100 έτη, τουλάχιστον με τα σημερινά δεδομένα, είναι προφανές ότι κάθε άνθρωπος για να ζήσει αυτά τα χρόνια του επίγειου βίου του πρέπει να έχει ελπίδα και πίστη στο αύριο, δηλαδή σε αυτό που δεν υπάρχει ακόμη, αλλά όλοι θεωρούμε βέβαιο ότι θα έλθει αύριο και, με βάση αυτή τη λογική σχεδιάζουμε την καθημερινότητά μας.
Κανείς δεν δέχεται ότι απόψε θα είναι το τέλος της ζωής του και κανείς δεν σχεδιάζει το αύριο με την σκέψη ότι δεν θα υπάρχει. Αντίθετα όλοι φροντίζουμε για το αύριο και το μεθαύριο, ακριβώς γιατί μέσα μας έχουμε ελπίδα – ίσως ανομολόγητη – ότι και αύριο θα ζήσουμε και πιθανόν και πολλά χρόνια ακόμη!
Αυτή ακριβώς η ελπίδα για το μέλλον της ζωής – κάτι που επιβεβαιώνεται καθημερινά γιατί κάποιοι πεθαίνουν αλλά και κάποιοι γεννιούνται – είναι και η προοπτική του μέλλοντος, όχι μόνον του επίγειου αλλά και του επέκεινα του τάφου.
Και αυτή ακριβώς είναι η ουσία της διδασκαλίας του Χριστού, ο οποίος δεν μας δίδαξε μόνον πως να βιώνουμε την καθημερινότητα χωρίς “το πονηρόν”, δηλαδή χωρίς να ναυαγούμε χωρίς λόγο, αλλά μας υπέδειξε και τη θύρα, την πόρτα εισόδου, ενώ μας δίδαξε και το δρόμο για την συνέχεια του βίου μας.