Στην Ελληνική γλώσσα, άρα και στα κείμενα της Βίβλου, οι έννοιες είναι πολλές και συχνά αγνοούμε ή διαστρέφουμε την έννοια ενός λόγου, είτε λόγω άγνοιας είτε σκόπιμα.
Για τον λόγο αυτό, και όσο περνούν τα χρόνια ακόμη περισσότερο, η προσέγγιση των λόγων του Χριστού πρέπει να γίνεται σε βάθος, με συνεχή μετακίνησή μας από τα γενικά στα ειδικά, από αυτά που ξέραμε σε αυτά που δεν ξέρουμε, από τις πρώτες εικόνες που είχαμε στο ουσιαστικό περιεχόμενο και στο μήνυμα των εικόνων.
Ο ίδιος ο Χριστός με την μακροχρόνια διδασκαλία του, αν και ο ίδιος ήταν θεός, κατανόησε την δική μας βραδύτητα και αδυναμία και παρέμεινε για χρόνια με τους μαθητές του για να μπορέσει να αποδώσει και να μεταφέρει σωστά το μήνυμα του αιώνιου θεού στον εφήμερο άνθρωπο.
Μιλούσε με τον κόσμο και τους μαθητές του και πάνω στις γνώσεις που εκείνοι είχαν, τις θρησκευτικές και κοινωνικές, προσπάθησε να διορθώσει τις εσφαλμένες απόψεις και τις ανθρώπινες αγκυλώσεις, προσπάθησε να αποκαταστήσει την διαστροφή της ουσίας και της έννοιας των λόγων της Παλαιάς Διαθήκης, μια διαστροφή που είχε επέλθει με την πάροδο του χρόνου, την άγνοια και τα συμφέροντα και οι ακροατές του είχαν χάσει την δυνατότητα να εντοπίσουν το πρόσωπο του πατέρα δημιουργού και να φτάσουν στην πηγή της ζωής και της ανάστασης.
Αυτό το έργο της διδασκαλίας του Χριστού δεν έχει χάσει την αξία του και σήμερα. Αντίθετα, είναι προφανές ότι τα 2 χιλιάδες χρόνια που μας χωρίζουν, έχουν και πάλι επιφέρει άγνοια και διαστροφή και θα πρέπει οι σύγχρονοι άνθρωποι να ανακαλύψουμε και πάλι την ορθή προσέγγιση των λόγων του, να αποβάλλουμε την διαστροφή και την άγνοια και να πλησιάσουμε την πηγή της αιώνιας ύπαρξης, ορθοτομώντας τα λόγια της αλήθειας.