Η προσπάθεια του Χριστού ήταν να εξασφαλίσει με κάθε τρόπο την ακρίβεια αλλά και την πληρότητα της διδασκαλίας του για το πνεύμα.
Άλλωστε, η φύση του θέματος απαιτούσε υψηλό βαθμό επάρκειας και πυκνότητας λόγου, αλλά και αναλογικής ποσόστωσης, ώστε το ακροατήριό του να παραμείνει θετικό στην τοποθέτησή του. Και φυσικά αυτό δεν το κατάφερε ο Χριστός.
Όχι μόνον οι ακροατές του απομακρύνονταν σταδιακά, αλλά και η μικρή ομάδα των λίγων μαθητών του δεν κατανοούσε τα λεγόμενα.
Αποτέλεσμα; Ο ίδιος ο Χριστός καταλήγει να οριοθετήσει τα πλαίσια της ορθής και ζωτικής λειτουργίας του πνεύματος μέσα στα όρια του δικού του λόγου.
Δεν παραβλέπει τις καθημερινές ανθρώπινες δραστηριότητες και αξίες, αλλά για το πνεύμα θέλει να είναι σίγουρος ότι δεν θα υπάρξουν παρανοήσεις. Τα δικά του τα λόγια είναι πνεύμα και ζωή.
Τα γήινα πράγματα δεν έχουν προβολή στην αιωνιότητα. Όσο καλά και αν είναι και όσο μεγάλη ανακούφιση και αν προσφέρουν στον κουρασμένο από την ανθρώπινη καλλιέργεια της γης άνθρωπο.
Γιατί μπορεί ο άνθρωπος να κοπιάζει, ωστόσο η γη, ο χώρος των δραστηριοτήτων του, παράγει αγκάθια και τριβόλια, άρα δεν βρίσκει ικανοποιητική τροφή, δεν βρίσκει την αναγκαία τροφή για να διατηρήσει τον ψυχικό και φυσικό του κόσμο συνδεδεμένο με την ζωή.
Αντίθετα, όσο περνά ο καιρός της ζωής του, ο άνθρωπος τραυματίζεται περισσότερο, η συνείδησή του καυτηριάζεται βαθύτερα, το φως μειώνεται, το σκοτάδι γίνεται πιο πυκνό. Το πνεύμα μόνον λειτουργεί φωτιστικά και δίνει την ζωή. Κανείς άλλος.