Ο υλισμός δεν πρέπει να είναι ο τελικός σκοπός της ζωής, αλλά η αφετηρία για την αναζήτηση του μη υλικού κόσμου και του ίδιου του δημιουργού της ζωής και του κόσμου. Η μελέτη, δηλαδή, και η απόλαυση των υλικών πραγμάτων που είναι αναγκαία για την καθημερινή μας επιβίωση, πρέπει να μας οδηγήσει σε βαθύτερες αναζητήσεις, ώστε και η διαχείριση της ύλης να είναι θετική κάθε μέρα, αλλά και να αποκτούμε πείρα για περαιτέρω ανακαλύψεις, τόσο για τις διαστάσεις της ύλης, όσο και για τον ίδιο τον δημιουργό της ύλης και του κόσμου.
Και αυτή η προσπάθεια είναι προσωπική, ακριβώς γιατί αφορά το κάθε πρόσωπο χωριστά και τις ατομικές του ανάγκες. Κανείς δεν μπορεί να αντικαταστήσει τον άλλον, όσο και αν είναι επιθυμητό για να αποφύγουμε τον προσωπικό κόπο. Διότι, μέσα από τον κόπο έρχεται η εμπειρία, δηλαδή η εφαρμοσμένη γνώση, ενώ όλα τα άλλα είναι εγκεφαλική μόνον γνώση, χωρίς να υπάρχουν απτά αποτελέσματα στον εσωτερικό μας κόσμο.
Και, φυσικά, αυτό δεν το δίδαξε ο Χριστός, ο οποίος δεν απέβλεπε μόνον στην γνώση, αλλά και στην έμπρακτη εφαρμογή της διδασκαλίας του, προκειμένου οι ενδιαφερόμενοι να μην περιορίζονται μόνον στο φαίνεσθαι, αλλά να μετέχουν και της ουσίας των πραγμάτων και της ύλης, όπως καθένας εννοεί αυτή την αλήθεια.
Διότι η γνώση είναι πεπερασμένη και, αν δεν περάσει στην προσωπική εμπειρία, τότε προσθέτει μόνον περιφάνεια και έπαρση, ενώ ο νους και η συνείδηση μένουν ακαρποφόρητα. Με τον τρόπο αυτό ο Χριστός ήθελε, όλοι όσοι ενδιαφέρονται, να μπορούν να βρίσκουν τον δρόμο που οδηγεί προς τις πηγές και όχι στην επιφάνεια μόνον.
Διότι τότε, και μόνον τότε, η διδασκαλία του βρίσκει χώρο να εισέλθει και να κατοικήσει στον εσωτερικό μας κόσμο για να γονιμοποιεί την συνείδησή μας προς την αναζήτηση του δημιουργού της ζωής και της ύλης που συντηρεί την ζωή στον κόσμο.