Τα προσκυνήματα που υπάρχουν σήμερα δεν είναι νέα υπόθεση. Υπήρχαν από την προϊστορική εποχή, υπήρχαν την εποχή του Χριστού, και φυσικά υπάρχουν και σήμερα κατά χιλιάδες ανά τον κόσμο. Ο λόγος ύπαρξης των προσκυνημάτων ήταν πάντοτε ο ίδιος: οι άνθρωποι αναζητούσαν απαντήσεις στα καθημερινά τους ερωτήματα και προβλήματα, και για τον λόγο αυτό κατέφευγαν στην αναζήτηση του θεού, δηλαδή πήγαιναν σε τόπους όπου υπήρχε η ιστορική πληροφορία ότι έζησε κάποιο πρόσωπο με ικανότητες πάνω από τις ανθρώπινες, ή εμφανίστηκε κάποιο σημάδι παρουσίας θεού.
Οι άνθρωποι που πήγαιναν – και πηγαίνουν – στα προσκυνήματα έχουν τα προσωπικά τους ερωτήματα και τις ατομικές τους αναζητήσεις. Είτε γιατί έχουν ένα άμεσο πρόβλημα που δεν μπορούν να λύσουν, είτε γιατί έχουν βαθύτερες αναζητήσεις για την ζωή και τον θάνατο, τα γεγονότα και τους ανθρώπους. Σε κάθε περίπτωση ο προσκυνητής είναι μια προσωπικότητα που έχει αναζητήσεις πέραν των ορατών πραγμάτων, και – κατά κανόνα – αναζητά τον θεό, για να πάρει τις δικές του απαντήσεις. Και είναι προφανές ότι και στην εποχή του Χριστού η ανάγκη για προσκύνηση ήταν ακριβώς η ίδια.
Συνεπώς, ο τρόπος που διαχειρίστηκε ο ίδιος ο Χριστός μια περίπτωση προσκυνηματικής ερώτησης είναι ένας πολύτιμος οδηγός και για μας. Όχι για να αποφασίσουμε ποιο προσκύνημα να επιλέξουμε, αλλά για να κατανοήσουμε το βαθύτερο νόημα που μας ωθεί στην αναζήτηση του δημιουργού, πηγαίνοντας σε ένα προσκύνημα. Η τυχαία συνάντηση και συζήτηση του Χριστού με μια άγνωστη, αλλόθρησκη γυναίκα από την Σαμάρεια, μας δίνει το μέτρο και την σκέψη του ίδιου του Χριστού για το πού και το τί πρέπει να προσδοκούμε από ένα προσκύνημα σε κάποιο προσκυνηματικό τόπο. Και το πρώτο μάθημα που παίρνουμε είναι ότι δεν υπάρχει διάκριση ανάμεσα στους ανθρώπους που αναζητούν τις απαντήσεις από τον δημιουργό τους.
Εθνικές και γλωσσικές διαφορές, κοινωνικές και οικονομικές ανισότητες, και μυριάδες άλλες παράμετροι που μπορεί να διαχωρίζουν τους ανθρώπους σε κατηγορίες, μπροστά στα μάτια του δημιουργού δεν υπάρχουν. Ο δημιουργός είναι ένας, και εμείς, καθένας χωριστά, πρέπει να επικαιροποιήσουμε τις απόψεις μας για το θέμα αυτό. Ο τόπος του προσκυνήματος έχει μηδενική αξία για τον δημιουργό. Ο χρόνος της προσκύνησης, επίσης δεν έχει αξία. Αντίθετα, αυτό που έχει αξία είναι ο τρόπος και το πρόσωπο της αναζήτησης, δηλαδή το πρόσωπο του ίδιου του δημιουργού.
Τα νέα δεδομένα που έβαλε ο Χριστός ως παραμέτρους για την ορθή κατανόηση της προσκυνηματικής μας πράξης, είναι άσχετα παντελώς με όσα οι άνθρωποι της εποχής νόμιζαν τότε. Στο ερώτημα: πού βρίσκεται ο θεός; Στα Ιεροσόλυμα ή την Σαμάρεια; Ο Χριστός απάντησε: σε κανένα από τα δυο! Ξεχάστε τα Ιεροσόλυμα, ξεχάστε και την Σαμάρεια. Ο δημιουργός αναζητά προσκυνητές που θα αξιοποιήσουν δυο νέα δεδομένα με την άσκηση της πίστης τους προς το δικό του πρόσωπο, του πατέρα δημιουργού. Το πρώτο είναι το πνεύμα και το δεύτερο είναι η αλήθεια. Και φυσικά αυτό ούτε εύκολα κατανοητό είναι, ούτε εύκολα εφαρμόσιμο είναι για τον αληθινό προσκυνητή.
Άρα, το πρώτο στοιχείο, πριν απευθυνθούμε στον πατέρα – δημιουργό είναι η προσωπική μας αντίληψη για το περιεχόμενο του εαυτού μας. Αληθινός προσκυνητής είναι, προφανώς, ο ειλικρινής προσκυνητής, δηλαδή εκείνος που δεν μένει στην επιφάνεια και τον τύπο, αλλά διαισθάνεται την ουσία της ζωής, και αντιλαμβάνεται την δική του θέση μπροστά στην αλήθεια. Η άγνοια, η συνειδητή απόσταση από την αλήθεια της ζωής, είναι η πρώτη αρνητική θέση για τον καθένα που θέλει να προσκυνήσει, δηλαδή να συνδεθεί με την πηγή της ενέργειας της ζωής που χορηγεί μόνον ο ίδιος ο δημιουργός.