Στην διδασκαλία του Χριστού, στην υγιαίνουσα και όχι στην εξασθενημένη ή νοσούσα, τίθενται νέα όρια, τα οποία δεν υπήρχαν μέχρι την εποχή την δική του, δηλαδή πριν από δύο χιλιάδες χρόνια. Ο ίδιος ο Χριστός εξήγησε ότι, από τότε και στο εξής ο άνθρωπος δεν συγκρίνεται πλέον με τους ανθρώπινους μόνο όρους, αλλά ειγήγαγε και τον όρο του Δημιουργού, τον οποίο μάλιστα αποκαλούσε Πατέρα. Και αυτή η εισαγωγή έφερε την επανάσταση.
Διότι η έννοια του Πατέρα δεν είναι απλή αλλά η πλέον πολυσύνθετη, αφού, όπως λέμε ακόμη και σήμερα στο “Πάτερ Ημών”, αποκαλούμε Πατέρα ένα άγνωστο ον, του οποίου δεν γνωρίζουμε ούτε την φύση, ούτε τον τρόπο που μπορεί να παρεμβαίνει στην προσωπική μας ζωή, όπως δηλαδή συμβαίνει με τον φυσικό μας Πατέρα, τον οποίο όχι μόνο – κατά κανόνα – γνωρίζουμε, αλλά έχουμε κληρονομήσει και όλα τα δικά του σε γενικές γραμμές χαρακτηριστικά, ακόμη και την δική του περιουσία.
Και αυτή ακριβώς η ομολογία κάθε προσώπου που δηλώνει Χριστιανός, επιφέρει και την σχετική ευθύνη κατανόησης του τί σημαίνει αυτή η παράμετρος στην προσωπική του καθημερινότητα. Διότι, κανένας Πατέρας δεν αγνοεί την ύπαρξη του παιδιού του, και κανένα παιδί δεν υπάρχει χωρίς Πατέρα. Άρα, η προσωπική μας ευθύνη ως Χριστιανών είναι πολύ πέραν των φυσικών ορίων που καθένας από εμάς μπορεί να κατανοήσει, με βάση την υφιστάμενη γύρω μας πραγματικότητα.
Τα όρια, δηλαδή, που εξήγησε και έθεσε πλέον ο Χριστός, δεν είναι μόνο τα βιολογικά μας όρια, αλλά έθεσε και τα όρια του Πατέρα Δημιουργού, τα οποία, φυσικά, και ανάγονται σε όλα τα θέματα της προσωπικής μας καθημερινότητας, επίγειας ή – μακροπρόθεσμα – και επέκεινα του φυσικού μας βίου. Τα νέα όρια που έθεσε ο Χριστός – και εξήγησε στους ακροατές του – δεν παραβλέπουν την ανθρώπινη διάσταση των αναγκών στην προσωπική μας καθημερινότητα, αλλά τα εμπλούτισε και με την διάσταση του ίδιου του Δημιουργού, αποκαλώντας τον Πατέρα, δηλαδή “υπεύθυνο” και “πιστό” προς κάθε δημιούργημά του.
Έθεσε δηλαδή ο Χριστός νέα όρια, με βάση όχι μόνο την βιολογική μας ανάγκη και πραγματικότητα, αλλά και πέραν αυτής έθεσε και την ανάγκη εξερεύνησης και άλλων πραγμάτων, τα οποία δεν αφήνουν τίποτα εκτός ορίων, δηλαδή και τα μη ορατά και μη αισθητά, με βάση την ανθρώπινη αντιληπτική ικανότητα.
Εξήγησε, δηλαδή, ο Χριστός ότι κάθε άνθρωπος δεν είναι μόνο – υπογραμμίζω το μόνο – ένα βιολογικό ον που βιώνει την προσωπική του πραγματικότητα, αλλά έχει και άλλα εφόδια εξερεύνησης πολύ πέραν των φυσικών του αναγκών, και αυτά τα εφόδια βρίσκονται “εκ κατασκευτής του” μέσα στο σώμα του, και λειτουργούν με βάση όχι μόνο τις βιολογικές του παραμέτρους, αλλά με βάση την νέα παράμετρο της κατανόησης του χαρακτήρα και του ρόλου ενός Πατέρα, ο οποίος είναι μεν ένα πρόσωπο, αλλά έχει πολύ περισσότερα στοιχεία απ’ όσα μπορεί ο ανθρώπινος νους να κατανοήσει.
Για τον λόγο αυτό και αποκάλυψε τον ρόλο της Πίστης, διότι αυτό το εφόδιο που υφίσταται εντός του σώματος του κάθε ατόμου, είναι το μόνο στοιχείο που μπορεί να υπερβεί σε κατανόηση τα όρια του φυσικού μας βίου. Ο Χριστός δεν κατάργησε και δεν υποτίμησε τα φυσικά μας όρια, αλλά τα εμπλούτισε με την διάσταση όχι μόνο της δημιουργίας, αλλά και του ίδιου του Δημιουργού της.