Οι προσωπικές μας κατακτήσεις είναι τα τρόπαια της ατομικής μας ζωής. Από την βρεφική ηλικία μαθαίνουμε να κατακτούμε, πρώτα τα αυτονόητα, αργότερα τα αναγκαία, για να καταλήξουμε στην κοινωνική μας ένταξη, αναζητώντας τον ρόλο μας ως άτομα μέσα στην σύγχρονη κάθε φορά κοινωνία. Και η τελική μας κατάκτηση είναι μια προσωπική πλήρης ζωή, και ένα απόθεμα για τους μεταγενεστερους.
Ωστόσο όλα αυτά δεν γίνονται αυτόματα, αλλά περνούν μέσα από την προσωπική μας εμπειρία, η οποία δεν είναι πάντα εύκολη και απλή, αλλά – συνήθως – είναι σύνθετη και απαιτητική, πολλές φορές μέχρι απογοήτευσης. Διότι δεν ζούμε μόνοι μας μέσα στον κόσμο, αλλά οι δικοί μας στόχοι για κατάκτηση έχουν και συναγωνιστές ή ανταγωνιστές, και πολλές φορές δεν πετυχαίνουμε λόγω της εμπλοκής των άλλων, ενώ εμείς έχουμε πράξει όλα όσα ήταν απαραίτητα για την επιτυχία μας.
Και εδώ βρίσκονται τα προβλήματα. Διότι, κουρασμένοι από την προσπάθεια να φτάσουμε στον στόχο που θέλουμε να κατακτήσουμε, αγανακτούμε – πολύ απλά – με τους άλλους, οι οποίοι κατέκτησαν, ενώ εμείς έχουμε αποτύχει. Και αυτή η αποτυχία φέρνει αρνητική στάση για το αύριο. Ενώ δηλαδή θα μπορούσαμε να συνεχίσουμε την προσπάθεια, εγκαταλείπουμε, θεωρώντας ότι αυτό που είχαμε για στόχο δεν ήταν τελικά στα μέτρα μας, και αυτό έχει συνέπειες στον εσωτερικό μας κόσμο.
Αλλά ενώ αυτό συμβαίνει σε κάθε κοινωνική μας προσπάθεια, δηλαδή οι συναγωνιστές μπορεί να γίνουν ανταγωνιστές και να φέρουν σε μας την αποτυχία, όταν ερχόμαστε στα σοβαρά θέματα της ζωής, δηλαδή στην υπέρβαση των ορίων της καθημερινότητας και την επέκταση του ατομικού μας ορίζοντα, εκεί τα πράγματα είναι πιο απλά, διότι δεν υπάρχουν ανταγωνιστές, παρά μόνο συναγωνιστές.
Άρα δεν τίθεται θέμα ποιος από τους πολλούς θα κερδίσει, διότι ο στίβος είναι μεγάλος και τα βραβεία άπειρα, αρκεί το άτομο να καταβάλει όλες του τις προσπάθειες. Διότι ο αγώνας δεν είναι με τους άλλους ανθρώπους αντιπαραθετικά, αλλά είναι με τις εγγενείς δυσκολίες που έχει κάθε άτομο από τον ατομικό του χαρακτήρα, του οποίου καλείται – το άτομο – να υπερβεί τα ελαττώματα και να επεκταθεί στην αναζήτηση δυνάμεων εκτός των ανθρωπίνων με την συνέργεια του θεού. Και αυτό είναι ένα καθαρά προσωπικό ζήτημα.
Διότι ο θεός δεν είναι μόνο για τους ικανούς – συνήθως οι ικανοί δεν αναζητούν έξωθεν βοήθεια – ανθρώπους, αλλά είναι για τους αδύναμους προσωπικά και κοινωνικά, οι οποίοι όμως μαθαίνουν να αξιοποιούν το εφόδιο της πίστης που διαθέτουμε όλοι, αλλά λίγοι ενδιαφέρονται να το εντάξουν μέσα στο καθημερινό τους πρόγραμμα εξάσκησης των δυνάμεων που έχουν στην διάθεσή τους. Ενώ, δηλαδή, όλοι μπορούμε να θέσουμε την πίστη μέσα στα όργανα της προσωπικής μας φαρέτρας, πολλοί αρκούμαστε μόνο στην πληροφορία και όχι στην εφαρμογή μέσα στην προσωπική μας καθημερινότητα.
Και το αποτέλεσμα είναι ότι αυτό, το αμύθητης αξίας εφόδιο που διαθέτουμε όλοι, παραμένει ανενεργό, χωρίς να προσθέτει δύναμη στην αδυναμία μας. Ο Χριστός δεν έθεσε την δύναμη της πίστης μόνο σε ορισμένους, αλλά εξήγησε ότι η πίστη υπάρχει σε όλους – ο θεός έκανε τον άνθρωπο με όλα τα εφόδια για την αιωνιότητα και θέλει όλοι οι άνθρωποι να σωθούν και να έρθουν σε επίγνωση της αλήθειας – και όλοι μπορούν να δοκιμάσουν την εφαρμογή της στην προσωπική τους καθημερινότητα εφόσον το επιθυμούν.
Η πίστη προσθέτει και δεν αφαιρεί από τις υφιστάμενες δυνάμεις κάθε ατόμου που ενδιαφέρεται να είναι συναγωνιστής για μια κατάκτηση προς το καλό, και όχι ανταγωνιστής με κανέναν άλλο άνθρωπο πάνω στην γη.