Ο κόπος της διαδρομής έως την κατάκτηση ενός στόχου δεν είναι αμελητέο θέμα, αλλά είναι κυρίαρχο. Διότι, το άτομο που επιχειρεί να κατακτήσει ένα δικό του στόχο, πρώτον έχει ως υποκείμενο μόνο τον εαυτό του, και δεύτερον έχει ως αντικείμενο τον στόχο του. Στην σχέση αυτή δεν μπορεί να παρέμβει κανείς άλλος, εάν το άτομο δεν ζητήσει την σύμπραξη άλλου.
Αυτός είναι ο παράγοντας που ελέγχει την αξιοπιστία του εγχειρήματος, δηλαδή η μοναδικότητα του δράστη να φτάσει στον δικό του προορισμό. Και όσο ισχυρότερη είναι αυτή η μοναδικότητα του ενεργούντος προσώπου, τόσο ασφαλέστερη θα είναι η διαδρομή μέχρι την άφιξη και την κατάκτηση του στόχου. Τυχόν εμπλοκές τρίτων, συνήθως εισάγουν ταραχές και αδιέξοδα, τα οποία απορροφούν μέρος της δραστηριότητας, κάτι που αποβαίνει σε βάρος του προσώπου που θέλει να φτάσει στον στόχο του.
Διότι, μπορεί να βλέπουμε και να αντιμετωπίζουμε ένα ζήτημα στην προσωπική μας καθημερινότητα, αλλά αυτό αντιμετωπίζεται διαφορετικά από τον υπεύθυνο, και διαφορετικά από έναν τρίτο που δεν έχει τον ίδιο σκοπό και τον ίδιο προορισμό. Καθένας βλέπει το ίδιο πράγμα, αλλά το βλέπει από άλλη σκοπιά, με άλλα κριτήρια και άλλους παράγοντες συμφέροντος ή άγνοιας, με αποτέλεσμα το εγχείρημα να αντιμετωπίζει “εσωτερική” κρίση, όπως στην περίπτωση οδήγησης ενός οχήματος, όπου αυτός που κρατεί το τιμόνι έχει την ευθύνη για την ασφαλή οδήγηση, και όχι οι επιβάτες ή οι εξωτερικοί θεατές.
Και αυτά μπορεί να τα θεωρούμε ως φιλοσοφικά θέματα, ωστόσο αυτό δεν είναι η αλήθεια. Διότι καθένας που αναζητά τρόπο να κατακτήσει ένα στόχο, αυτός πληρώνει και το κόστος της διαδρομής, και αυτή είναι απλή πραγματικότητα της καθημερινής μας ζωής. Για τον λόγο αυτό και ο Χριστός, ο οποίος έθεσε τις βάσεις της προσωπικής πίστεως ως προϋπόθεση της επιτυχίας, κάνει ειδικό λόγο και έπραξε με αντίστοιχο τρόπο, ώστε να φτάσει στον δικό του στόχο, δηλαδή στην Ανάσταση.
Ο Χριστός μιλούσε σε όλους, αλλά διέκρινε ποιοί ήταν αυτοί που θα μπορούσαν να κατανοήσουν ορθά τις κινήσεις και την διδασκαλία του, ώστε, μετά την δική του αναχώρηση, να εφαρμόσουν όσα τους είχε υποδείξει και να διδάξουν και άλλους να κάνουν το ίδιο, διότι αυτό προβλέπει η κοινή λογική. Χωρίς τέκνα, τα οποία θα μάθουν από τους γονείς, δεν υπάρχει μέλλον, αλλά τερματισμός. Και αυτό αντίκειται στην λογική της ζωής. Διότι ζωή είναι η ύπαρξη, και ο θάνατος δεν διακόπτει την ζωή, αλλά πίσω από την ορατή ζωή, διακόπτεται και η επαφή με την ύπαρξη.
Και ο Χριστός δεν ήρθε να διδάξει μόνο την καλύτερη ζωή, αλλά – κυρίως – να διδάξει τους παράγοντες που οδηγούν στην επέκεινα του τάφου άγνωστη σε μας πραγματικότητα, χωρίς βέβαια να παραβλέπεται η προσωπική μας καθημερινή επιτυχία στις κατακτήσεις μας. Διότι, όποιος δεν μαθαίνει να κερδίζει τώρα που βλέπει και κρίνει τα ορατά, πώς είναι δυνατόν να βλέπει τα μη ορατά, όσα δηλαδή δεν ανιχνεύονται με τις πέντε αισθήσεις, αλλά απαιτείται και ο παράγοντας πίστη στα μη ορατά, αλλά υφιστάμενα δια της πίστεως και της ατομικής εμπειρίας μέσα στην μάχη για την κατάκτηση των απλών αλλά πολύτιμων καθημερινών μας στόχων;