Η καθημερινή αυτή έκφραση πολλές φορές δεν αναφέρεται στην κυριολεξία, αλλά σε μια συμβατική έννοια που παραπέμπει σε μεγάλη βλάβη, μεγάλη ζημία. Μπορεί δηλαδή να αναπνέει ακόμη και να κινείται αυτός που δέχθηκε την επίθεση, αλλά όλοι καταλαβαίνουμε τη μεγάλη ζημία που έχει υποστεί. Αυτή η ζημία μπορεί σήμερα να εκτιμάται ως ασήμαντη, ωστόσο αργότερα να αποδειχθεί ολέθρια και θανατηφόρα. Μπορεί δηλαδή προσωρινά να αναπνέει και να κινείται κάποιος, αλλά στην ουσία έχει ήδη αφαιρεθεί η ζωή του και αυτό θα φανεί λίγο αργότερα. Αυτή η αλήθεια, της φαινομενικής ζωής που υποκρύπτει τον μελλοντικό θάνατο, είναι και το μεγαλύτερο ζητούμενο, γιατί κανείς δεν θέλει να πεθάνει, όχι μόνο σήμερα, αλλά και αύριο και στο απώτερο μέλλον. Και όπως έλεγαν οι αρχαίοι Έλληνες, όσο πλησιάζει ο θάνατος, κανείς δεν θέλει να πεθάνει. Όποιος λοιπόν μηχανεύεται τον θάνατο αλλά επικαλύπτει τη θανατηφόρα πράξη του με προσωρινή ζωή, προφανώς δεν είναι σύμμαχος του ανθρώπου αλλά εχθρός και μάλιστα θανατηφόρος. Και καθένας καλείται όχι μόνο να διακρίνει τον εχθρό από τον φίλο, αλλά και να ανακαλύπτει τις μεθόδους που χρησιμοποιεί ο εχθρός του για να κλέψει, να καταστρέψει, να σκοτώσει, αλλά και τις μεθόδους που χρησιμοποιεί ο φίλος του για να του σώσει τη ζωή όχι μόνο σήμερα αλλά και αύριο και στο μέλλον χωρίς ημερομηνία λήξης.