Ο εντοπισμός των στοιχείων με τα οποία γεμίζει ένας χάρτης για να είναι χρήσιμος σε όποιον τον χρειαστεί στην πορεία της ζωής του, δεν είναι εύκολο πράγμα. Διότι υπάρχουν μυριάδες πράγματα, μικρά και μεγάλα, τα οποία δεν χωρούν μέσα σε ένα χαρτί ή μια οθόνη του υπολογιστή. Και φυσικά, εάν θελήσεις να τα βάλεις όλα, θα βρεθείς μπροστά σε ανυπέρβλητη δυσκολία, διότι και εσύ δεν θα τα εντοπίσεις όλα, αλλά και όποιος θελήσει να χρησιμοποιήσει τον χάρτη αυτόν, θα καταλήξει στην απόρριψη λόγω πληθώρας πληροφοριών, οι οποίες θα του είναι αχρείαστες στην σύντομη διαδρομή της ζωής του.
Άρα, το περιεχόμενο ενός χάρτη δεν μπορεί να ξεπερνά τα όρια των αναγκών του συνθέτη, αλλά και των αγοραστών του χάρτη, προκειμένου και οι δύο πλευρές να είναι ικανοποιημένες με την κάλυψη των αναγκών τους. Ο συνθέτης, γιατί έβαλε όλα όσα κατά την γνώμη του είναι για εκείνον σημαντικά, και ο χρήστης του χάρτη, διότι έχει στην διάθεσή του ένα εργαλείο πληροφόρησης που θα του είναι χρήσιμο κατά την διαδρομή της ζωής του, ακόμη και αν αυτή η διαδρομή διαρκέσει περισσότερο από εκατό χρόνια.
Κατά συνέπεια, η χαρτογράφηση από την πλευρά του δημιουργού είναι ένα θέμα, και από την πλευρά του χρήστη είναι ένα άλλο, επίσης μεγάλο θέμα. Διότι, η ισορροπία μεταξύ αναγκών και διαθέσιμων δεδομένων είναι το ζητούμενο για κάθε λογικό άνθρωπο, που δεν ενδιαφέρεται για τις θεωρίες μόνο, αλλά θέλει να δει και το πρακτικό κομμάτι της εφαρμογής στην ατομική του ζωή.
Όλοι λοιπόν όσοι ενδιαφέρονται να κατανοήσουν τον τρόπο που δημιουργείται ένας χάρτης, θα πρέπει πρώτα να έχουν ενδιαφέρον για τον κόσμο και την ζωή, ατομική, κοινωνική και φυσική, μέσα στα όρια των ικανοτήτων έκαστος. Και επειδή, όπως σημειώθηκε παραπάνω, τα όρια της γης είναι περιορισμένα γεωγραφικά – όλοι ξέρουμε το σχήμα και την έκταση της ξηράς και των θαλασσών – το μόνο τμήμα που παραμένει άγνωστο, είναι οι έξω των γεωγραφικών ορίων εκτάσεις, τις οποίες όλοι ξέρουν ότι μάς είναι άγνωστες, τόσο σε έκταση όσο και σε περιεχόμενο, αφού αγνοούμε το 95,1% της παρουσίας του χώρου αυτού.
Για τον λόγο αυτό και η διδασκαλία του Χριστού έθεσε όρια, όχι για να περιοριστούμε και να κλαίμε την μοίρα μας, αλλά για να καλλιεργούμε τους εαυτούς μας, προκειμένου καθημερινά να αυξάνεται η ατομική μας γνώση και να κατανοούμε καλύτερα, όχι μόνο τα υφιστάμενα επί της γης και υπό αυτήν, αλλά πολύ περισσότερο να κατανοούμε τον ρόλο και την αξία των άλλων ορίων, τα οποία μας οδηγούν σε έμπνευση για νέες αποκαλύψεις, που φέρνουν όχι μόνο ανανέωση στα υπάρχοντα δεδομένα, αλλά και προοπτικές προς την κατεύθυνση της διαχρονικότητας και της αιωνιότητας.
Διότι, η διδασκαλία του Χριστού δεν παραβλέπει τις ανάγκες της καθημερινότητας σε υλικά και δύναμη, αλλά ανοίγει σε όποιον ενδιαφέρεται και ένα παράθυρο για επέκεινα του ορατού και φυσικού κόσμου διάσταση, η οποία λέγεται μεγαλοσύνη εν ουρανοίς, δηλαδή βασιλεία του μη ορατού θεού δημιουργού.